Την περιγραφή ενός πολιτικού σχεδίου «κοινωνικού συμβολαίου» με στόχο την επόμενη διακυβέρνηση της χώρας έκανε στην χθεσινή ομιλία του στην Βουλή ο Νίκος Ανδρουλάκης. Δίνοντας έτσι ένα στίγμα για τις επόμενες κινήσεις του. Αυτά σε μια περίοδο που το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται ξεκάθαρα στο στόχαστρο της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Κάτι που απέδειξε τόσο η ομιλία στο κοινοβούλιο του Κυριάκο Μητσοτάκη όσο και οι συνεχείς επιθέσεις στον Νίκο Ανδρουλάκη από τον αντιπρόεδρο της Ν.Δ, Άδωνι Γεωργιάδη.
Διάλογος με τις υγιείς παραγωγικές δυνάμεις
Κλείνοντας την χθεσινή του παρέμβαση ο Νίκος Ανδρουλάκη επισήμανε πως «έχει έρθει η ώρα για μια μεγάλη Αλλαγή Πολιτικής Κατεύθυνσης, την οποία έχει ανάγκη ο λαός μας. Το ΠΑΣΟΚ είναι έτοιμο να ανοίξει το επόμενο διάστημα έναν μεγάλο και ευρύχωρο πολιτικό και προγραμματικό διάλογο, μαζί με την κοινωνία, με τις υγιείς παραγωγικές δυνάμεις, για να συγκροτήσουμε ένα πραγματικά σύγχρονο ανθεκτικό, προηγμένο και προοπτικό σχέδιο ελπίδας για τον ελληνικό λαό».
Συνέχισε λέγοντας πως «αυτό το σχέδιο φιλοδοξούμε, με τον αγώνα μας, με την προσπάθειά μας, να είναι το κυβερνητικό σχέδιο της επόμενης κυβέρνησης της χώρας. Για να μπορέσει ο λαός, το γρηγορότερο δυνατό, να απαλλαχθεί από τις συντηρητικές πολιτικές της Νέας Δημοκρατίας, που τον έχουν καταδικάσει να είναι ουραγός στους περισσότερους δείκτες της ΕΕ».
Αυτά ενώ λίγο νωρίτερα είχε αναφερθεί στην τροπολογία που κατέθεσε στην Βουλή στο ΠΑΣΟΚ σχετικά με την επαναφορά τον Συλλογικών Συμβάσεων ως τρόπο καθορισμού τόσο του κατώτατου μισθού όσο και συνολικά των αποδοχών των εργαζομένων.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης κάλεσε την κυβέρνηση να αντιμετωπίσει στα σοβαρά την πραγματικότητα της ακρίβειας και της συνεχούς μείωσης των μισθών. Καλώντας την «να αφήσετε τους «αλγόριθμους» που διαφημίζετε και να υιοθετήσετε τη δική μας πρόταση για επαναφορά του καθορισμού του κατώτατου μισθού από τους κοινωνικούς εταίρους μέσω της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. Ενόψει και της υποχρέωσης της χώρας να ενσωματώσει στο εθνικό Δίκαιο την Οδηγία (ΕΕ) 2022/2041 είναι πιο αναγκαία από κάθε άλλη φορά η έμπρακτη στήριξη των συλλογικών συμβάσεων εργασίας».
Μάλιστα σύμφωνα με τα στοιχεία που κατέθεσε πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ «το 2023, ο μέσος μισθός στην Ευρώπη των 27 διαμορφώθηκε στα 37.863 ευρώ παρουσιάζοντας αύξηση 6,24% σε σχέση με πέρσι. Στην Ελλάδα, το 2023, ο μέσος μισθός αυξήθηκε στα 17.013 ευρώ, με ετήσια αύξηση όμως, μόλις 3,69%. Την ίδια ώρα, ο γενικός πληθωρισμός το 2023 ήταν 3,5%». Παράλληλα επισήμανε ότι «είμαστε τρίτοι από το τέλος ανάμεσα στους «27» στις μέσες ετήσιες αποδοχές για οκτάωρη εργασία, ξεπερνώντας μόνο την Ουγγαρία και τη Βουλγαρία. Είναι ζήτημα χρόνου όμως να μας ξεπεράσουν και αυτές και να είμαστε στον πάτο».
Συνολικά ο Νίκος Ανδρουλάκης έθεσε το θέμα της σύγκλισης με την Ευρώπη ως έναν στόχο που πρέπει να υπηρετηθεί. Πράγμα που όπως φαίνεται το ΠΑΣΟΚ σκοπεύει να προωθήσει ως βάση κοινωνικών συμμαχιών προβάλλοντας την αναγκαιότητα ενός αντίστοιχου κυβερνητικού προγράμματος. Όπως άλλωστε δήλωσε η κατάσταση που επικρατεί σήμερα «δεν ονομάζεται σύγκλιση, αλλά απόκλιση με υπογραφή της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη! Απόκλιση στην υγεία. Απόκλιση στους μισθούς. Απόκλιση στην αγοραστική δύναμη. Σε όλα αποκλίνουμε, σε ελάχιστα συγκλίνουμε».
Τέλος το take it or leave it
Ένα ακόμη πολιτικό στοιχείο που διαφάνηκε στην παρέμβαση του Νίκου Ανδρουλάκη ήταν η αποφασιστικότητα του ΠΑΣΟΚ να μην …ενδώσει στις πιέσεις της Νέας Δημοκρατίας σχετικά με το αν ψηφίζει η όχι τα κυβερνητικά νομοσχέδια.
Απαντώντας στην σχετική κριτική που άσκησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, και επανέλαβε με το …δικό του στυλ ο Άδωνις Γεωργιάδης ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ήταν σαφής: Δεν περνάνε πια οι επικοινωνιακοί χειρισμοί. Οι επικοινωνιακές στρακαστρούκες είναι πια παρελθόν. Και ξέρετε γιατί; Όσο και να τις χρησιμοποιείτε, έχει καταλάβει πια ο ελληνικός λαός περί τίνος πρόκειται. Μετράτε τα «όχι» του ΠΑΣΟΚ κατά πως σας συμφέρει. Τι θέλατε; Να σας πούμε «ναι» στην κατάρρευση του ΕΣΥ; Τι θέλατε; Να σας πούμε «ναι» στην παρακμή των θεσμών και στις επιθέσεις στις ανεξάρτητες αρχές; Στην κατάρρευση της αγοραστικής δύναμης του ελληνικού λαού; Ένα μεγαλοπρεπές «όχι» λέμε, διότι δεν αξίζει αυτό στον ελληνικό λαό. Δεν αξίζει στον ελληνικό λαό μια κυβέρνηση που τον υποτιμά και τον υποβαθμίζει σε όλα αυτά τα πεδία της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής».