Κάπου ανάμεσα σε Σαίξπηρ και φτηνό μπουλούκι παίζεται έντονα τους τελευταίους μήνες, η πιο παράξενη παράσταση της τοπικής σκηνής. Ο τίτλος; “Ο επιμένων στο θώκο”. Το έργο έχει δράμα, έχει ίντριγκα, έχει φωνές στα παρασκήνια — μόνο ταλέντο δεν έχει.
Κάποιοι, που βρέθηκαν “κατά λάθος” στη σκηνή, αρνούνται να κατέβουν. Κρατιούνται από την κουίντα (παρασκήνιο του θεάτρου), με νύχια και με δόντια, μπας και παρατείνουν λίγο ακόμα το φως πάνω τους. Δεν καταλαβαίνουν όμως πως το κοινό γελάει. Όχι με το έργο — με αυτούς.
Η αυλαία έχει πέσει, είτε το θέλουν είτε όχι. Και θα κάνει κρότο μεγάλο σύντομα… τότε, όπως λέει κι ο Άμλετ, “the rest is silence”. Μόνο που η σιωπή αυτή θα ‘χει μέσα της μια ηχώ, την ηχώ της γελοιότητας που άφησαν πίσω τους.
Όσο για εκείνους που μοιράζουν τις θέσεις; Δεν είναι αφελείς. Έχουν τη γνώση, την εμπειρία και το χέρι στα σκοινιά του σκηνικού. Απλώς, αυτή τη φορά, υπολόγισαν αλλιώς το έργο — κι ορισμένοι ηθοποιοί τους βγήκαν φάλτσοι. Και τώρα, το κοινό δεν χειροκροτεί, σφυρίζει.
Γιατί κάθε σκηνοθέτης μπορεί να αντέξει μια κακή κριτική, αλλά όχι να βλέπει τον δικό του θίασο να τον εκθέτει επί σκηνής. Κι όπως θα ‘λεγε και ο Σαίξπηρ, “όλη η ζωή μια σκηνή είναι” — μόνο που κάποιοι ξέχασαν πως στο τέλος, όλοι οι ρόλοι αλλάζουν.