Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη φετινή ΔΕΘ παρουσίασε ξανά το αγαπημένο του σκηνικό. Ένα παράλληλο σύμπαν όπου η ακρίβεια αντιμετωπίζεται με φορολογικά τρικ, το 13ωρο βαφτίζεται «ευκαιρία» και οι πολίτες που διαμαρτύρονται θεωρούνται «υποκινούμενοι».
Μετά από 2,5 ώρες και 44 ερωτήσεις στη συνέντευξη Τύπου, ο πρωθυπουργός μίλησε για την «πιο τολμηρή φορολογική μεταρρύθμιση της Μεταπολίτευσης». Ούτε λόγος, βέβαια, για την καθημερινότητα των πολιτών που βλέπουν τον μισθό τους να εξαφανίζεται ήδη από τη δεύτερη εβδομάδα του μήνα. Ούτε για την πραγματικότητα της πείνας που χτυπά όλο και περισσότερα νοικοκυριά. Αντιθέτως, η εξίσωση του Μαξίμου είναι απλή: μικρές μειώσεις φόρων = αύξηση εισοδήματος. Στα χαρτιά, ίσως· στο σούπερ μάρκετ, πάντως, οι τιμές έχουν άλλη γνώμη.
Το 13ωρο ως «δώρο»
Με μια αποστροφή που θα μείνει, ο πρωθυπουργός υπεραμύνθηκε του 13ωρου στον ίδιο εργοδότη: «γιατί είναι αντεργατικό αυτό;» αναρωτήθηκε. Σαν να λέει στον εργαζόμενο: «δουλεύεις 8 ώρες, δεν φτάνουν; Δούλεψε άλλες 5 στο ίδιο αφεντικό και θα πάρεις κάτι παραπάνω». Την ώρα που οι εργαζόμενοι παλεύουν να ισορροπήσουν ανάμεσα σε χαμηλούς μισθούς, απλήρωτες υπερωρίες και ακριβό ρεύμα, η κυβέρνηση εμφανίζει το 13ωρο ως λύση.
Τα σκάνδαλα… «διαχρονικά»
Στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, ο κ. Μητσοτάκης επέλεξε τη δοκιμασμένη συνταγή: «διαχρονικές ευθύνες». Όχι ονόματα, όχι ευθύνες, όχι παραίτηση. Μόνο μια αόριστη παραδοχή ότι «υπήρχαν παθογένειες». Έτσι, οι αγρότες που βλέπουν τις επιδοτήσεις να εξαφανίζονται και οι κτηνοτρόφοι που ζουν με την αγωνία της επόμενης πληρωμής, καλούνται να αρκεστούν σε υποσχέσεις.
Η κοινωνία… «υποκινούμενη»
Οι χιλιάδες που βγήκαν στους δρόμους για τα Τέμπη, για το κόστος ζωής, για το ΕΣΥ, δεν είναι –κατά τον πρωθυπουργό– πολίτες σε απόγνωση αλλά «θύματα υποκινούμενων συμφερόντων». Οργισμένοι νέοι που δεν βλέπουν προοπτική, οικογένειες που δεν κάνουν διακοπές γιατί απλώς δεν έχουν, συνταξιούχοι που μετρούν τα ψιλά για φάρμακα, όλοι μπαίνουν στο ίδιο τσουβάλι: «δεν ακούν», «έχουν ντουντούκες».
Η ειρωνεία της «ανάπτυξης»
Στην πραγματικότητα, πίσω από τις θριαμβολογίες για «υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης από την Ευρώπη», κρύβεται το πιο πικρό στοιχείο, ένας στους δύο Έλληνες δεν πήγε διακοπές φέτος, όχι γιατί «διάλεξε φθηνούς προορισμούς», αλλά γιατί δεν είχε να πληρώσει. Με έναν κατώτατο μισθό που εξανεμίζεται σε ενοίκια, λογαριασμούς και τρόφιμα, η κυβέρνηση επιχειρεί να μας πείσει πως το πρόβλημα λύνεται με την «επέκταση της τουριστικής περιόδου».
Και το συμπέρασμα;
Η συνέντευξη Τύπου της ΔΕΘ κατέληξε σε αυτό που φοβόντουσαν πολλοί, μια τρύπα στο νερό. Ούτε νέες απαντήσεις για τα Τέμπη, ούτε ειλικρίνεια για την ακρίβεια, ούτε σχέδιο για το ΕΣΥ, ούτε ανάσα για τους πολίτες που μετρούν τον μισθό τους με το ρολόι. Μόνο αοριστολογίες, υποσχέσεις και η διαρκής προσπάθεια να πειστεί η κοινωνία ότι ζει σε μια «κανονικότητα» που δεν βλέπει.
Και κάπως έτσι, με φόρους-ψίχουλα, με 13ωρα-δώρο και με πολίτες που «δεν ακούν», η κυβέρνηση κατάφερε για άλλη μια φορά να αποδείξει ότι η επιτυχία της βρίσκεται μόνο στα χαρτιά και στις αίθουσες της ΔΕΘ. Στην πραγματική ζωή, όμως, ο Έλληνας συνεχίζει να ζει με το ίδιο σκληρό δεδομένο, ένας μισθός που δεν φτάνει, ένα ψυγείο που αδειάζει και ένα καλοκαίρι που έμεινε όνειρο.
ΜΑΡΚΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ