Η Λάουρα είναι 29 ετών από χώρα της Αφρικής, μητέρα ενός μικρού κοριτσιού. Ήρθε μόνη, με το παιδί της στην Ελλάδα, μη γνωρίζοντας κανέναν, για να γλιτώσει από τη βία στη χώρα της, ωστόσο, όπως λέει η ίδια, η βία που συνάντησε εδώ ήταν χειρότερη γιατί διέψευσε τις όποιες ελπίδες έτρεφε για ένα καλύτερο μέλλον. Η Λάουρα είναι άστεγη και μη καταγεγραμμένη ως αιτούσα άσυλο, εξαιτίας χρόνιων γραφειοκρατικών καθυστερήσεων στο ελληνικό σύστημα ασύλου και της γενικότερης «πολιτικής αποτροπής» προς ανθρώπους από την Ασία ή την Αφρική.
Αν και ζει στους δρόμους και τις πλατείες από το Γενάρη, έκθετη στα μάτια όλων, κανείς δεν δείχνει ενδιαφέρον για την κατάσταση τη δική της και της κόρης της. Είναι σαν να μην υπάρχει. «Τα βράδια έχω αϋπνίες. Αυτό που με κρατά ξύπνια είναι ο πονοκέφαλος και η αγωνία μου για την επόμενη μέρα, θα βρούμε τροφή; Θα τα καταφέρουμε;». Στη διάρκεια της αστεγίας της στην Αθήνα έπεσε θύμα έμφυλης βίας από έναν Έλληνα που επιχείρησε να την προσεγγίσει υποσχόμενος βοήθεια.
«Δεν με νοιάζει για μένα, μπορώ να φροντίζω τον εαυτό μου, να πέφτω και να σηκώνομαι, ωστόσο με ανησυχεί το παιδί μου, αυτά που βιώνει δεν θα έπρεπε να τα βιώνει κανένα παιδί, είναι άδικο. Η μόνη βοήθεια που έχω βρει είναι από τους κοινωνικούς λειτουργούς οργανώσεων μη κυβερνητικών… Δεν ξέρω πού θα ήμουν αν δεν υπήρχαν, καμία άλλη βοήθεια από πουθενά».
Το όνειρό της αυτή τη στιγμή; Να καταγραφεί ως αιτούσα άσυλο, να βρει στέγη, δουλειά και να μπορέσει να γράψει την κόρη της στο ελληνικό σχολείο.
«Υπάρχουν μέρες που δεν τρώμε τίποτα, γιατί δεν έχουμε. Το πρόγραμμα DIGNIFY της Τerre des hommes θα μου επιτρέψει να πάρω μια ανάσα, να αγοράσω είδη προσωπικής υγιεινής, τρόφιμα, αγαθά καθημερινής επιβίωσης.
Η Λάουρα για μερικούς μήνες θα συναντιέται μηνιαίως με την ομάδα της Terre des hommes για να εξασφαλίζει κουπόνια (διατακτικές) σούπερ μάρκετ, τα οποία θα εξαργυρώνει για να προμηθεύεται αγαθά που έχει ανάγκη. Επίσης, θα έχει τη δυνατότητα να παίρνει μέρος σε ομαδικές συναντήσεις που θα της προσφέρουν γνώσεις απαραίτητες για τη διατροφή της και για την ενίσχυση της ικανότητάς της να αντεπεξέρχεται στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει.
Η Λάουρα είναι μια μόνο από τις πολλές γυναίκες, αρχηγούς μονογονεϊκών οικογενειών, θύματα έμφυλης βίας, μόνες, έγκυες ή με οικογένεια σε ευάλωτη κατάσταση τα οποία η οργάνωση παιδικής προστασίας Γη των ανθρώπων (Terre des hommes) στηρίζει με το πρόγραμμά της DIGNIFY – Επείγουσα Βοήθεια για Οικογένειες που Μετακινούνται.
Η παρέμβαση, η οποία θα διαρκέσει 6 μήνες, ανταποκρίνεται στις επείγουσες ανάγκες διαβίωσης εκείνων των οικογενειών που δεν είναι δικαιούχοι υπηρεσιών προστασίας είτε γιατί το αίτημά τους για το άσυλο ικανοποιήθηκε, είτε γιατί το αίτημά τους έχει απορριφθεί ή γιατί δεν έχουν ακόμη καταγραφεί στο σύστημα προστασίας και υποδοχής αιτούντων άσυλο. Έχει τη μορφή της επισιτιστικής στήριξης και της βοήθειας για εξασφάλιση βασικών ειδών διαβίωσης με τη μορφή κουπονιών. Η εξυπηρέτηση επωφελούμενων είναι δυνατή μόνο έπειτα από παραπομπή (referral) από συγκεκριμένους φορείς- συνεργάτες της οργάνωσης, ώστε να εξασφαλιστεί ότι επωφελούνται οι πλέον ευάλωτες περιπτώσεις. Στο πλαίσιο της δράσης DIGNIFY προσφέρονται ακόμη υπηρεσίες ψυχοκοινωνικής φροντίδας.
Η στήριξη που βασίζεται σε παροχή μετρητών, κουπονιών κλπ αντί για άμεση επισιτιστική βοήθεια, αποτελεί έναν πιο οικονομικό μέσο βοήθειας που εκτός από την κάλυψη των διατροφικών αναγκών, βελτιώνει την υγεία των επωφελούμενων και υποστηρίζει πιο αποτελεσματικά τα νοικοκυριά, εμποδίζοντάς τα να καταφύγουν σε επιβλαβείς μηχανισμούς αντιμετώπισης, όπως η επαιτεία ή η παιδική εργασία.
H ΛΑΟΥΡΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ, ΟΧΙ ΤΟ ΔΑΣΟΣ
Η Λάουρα δεν είναι μια μεμονωμένη περίπτωση. Από τον Οκτώβριο του 2021, όταν η κυβέρνηση αποφάσισε να διακόψει τη σίτιση σε «μη δικαιούχους» εντός των καμπ για αιτούντες άσυλο, ο αριθμός των ανθρώπων με μεταναστευτικό προφίλ που βρέθηκαν άστεγοι και πεινασμένοι στο δρόμο, ολοένα αυξάνεται. Στα καμπ της ενδοχώρας, κατά την κυβέρνηση, «δικαιούνται» να βρίσκουν προσωρινή στέγη και τροφή μόνο όσοι έχουν καταγράψει το αίτημα ασύλου τους στο σύστημα και έχουν εισέλθει στο σύστημα υποδοχής, είναι δηλαδή τυπικά αιτούντες άσυλο.
Ωστόσο, μην έχοντας άλλη λύση, στα καμπ αυτά καταφεύγουν και άνθρωποι -οικογένειες, ηλικιωμένοι, γυναίκες μόνες, ακόμη και ασυνόδευτα παιδιά- που δεν έχουν καταφέρει να καταγραφούν στο σύστημα υποδοχής ή στο σύστημα ασύλου, διότι έφτασαν στην Ελλάδα χωρίς να περάσουν από ένα από τα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης στα νησιά και τον Έβρο (απαραίτητη προϋπόθεση) ή διότι βρέθηκαν αντιμέτωποι με τις χρόνιες συστημικές δυσλειτουργίες και καθυστερήσεις στο σύστημα ασύλου, αντίστοιχα.
Στα καμπ επίσης διαβιούν πολλοί άνθρωποι που έλαβαν άσυλο και θεωρούνται πλέον αναγνωρισμένοι πρόσφυγες, με ίσα δικαιώματα με αυτά των ελλήνων πολιτών, οι οποίοι τώρα καλούνται να αποχωρήσουν για να εξασφαλίσουν πλέον μόνοι τους τα προς το ζην. Μια άλλη κατηγορία ανθρώπων «μη δικαιούχων» προστασίας και σίτισης είναι κι αυτοί των οποίων το αίτημα ασύλου απορρίφθηκε έπειτα από υπουργική απόφαση που προσδιορίζει την Τουρκία «ασφαλή τρίτη χώρα» οπότε δεν δικαιούνται να υποβάλλουν αίτημα στην Ελλάδα, και πρέπει να επιστρέψουν στην Τουρκία απ’ όπου εισήλθαν. Πρόκειται για ανθρώπους από τη Συρία, το Αφγανιστάν, το Μπαγκλαντές, τη Σομαλία και το Πακιστάν.
Είναι εξακριβωμένο ότι ακόμη και οι τράπεζες αποφεύγουν να παράσχουν τραπεζικους λογαριασμούς σε πρόσφυγες, η πρόσβαση στους οποίους είναι απαραίτητη για την εύρεση νόμιμης εργασίας.
Όλες οι παραπάνω κατηγορίες δεν δικαιούνται να ζουν στα καμπ, να σιτίζονται, να παίρνουν χρηματικό επίδομα, να απολαμβάνουν τα δικαιώματα των αιτούντων άσυλο. Παρόλο που οι αναγνωρισμένοι πρόσφυγες και τα άτομα των οποίων το αίτημα για άσυλο απορρίφθηκε δεν πρέπει να ζουν σε καταυλισμούς, πολλοί αναγκάζονται να παραμείνουν ή να επιστρέψουν εκεί, λόγω έλλειψης εναλλακτικών λύσεων στέγασης αλλά και εύρεσης εργασίας, γεγονός που αντικατοπτρίζει άλλωστε τη συνεχιζόμενη έλλειψη στρατηγικής ένταξης στην Ελλάδα. Είναι εξακριβωμένο ότι ακόμη και οι τράπεζες αποφεύγουν να παράσχουν τραπεζικους λογαριασμούς σε πρόσφυγες, η πρόσβαση στους οποίους είναι απαραίτητη για την εύρεση νόμιμης εργασίας.
Μεταξύ αυτών που έμειναν χωρίς σίτιση το 25% είναι γυναίκες (συμπεριλαμβανομένων εγκύων) και μονογονεϊκές οικογένειες, το 40% παιδιά, ενώ επίσης συμπεριλαμβάνονται χρόνιοι ασθενείς και ασθενείς με ειδικότερες ιατρικές και διατροφικές ανάγκες.
Τον ακριβή αριθμό ανθρώπων που δεν σιτίζονται εντός των καμπ δεν τον γνωρίζουμε διότι το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου δεν δημοσιεύει σχετικά δεδομένα, παρόλο που έχει ζητηθεί σε πολλές περιπτώσεις, σύμφωνα με τις αρχές της διαφάνειας και της χρηστής διακυβέρνησης. Παρόλα αυτά, και παρά το γεγονός ότι οι πρακτικές διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή, oι οργανώσεις προάσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατάφεραν να υπολογίσουν ότι κατά προσέγγιση το 40% των ανθρώπων που ζουν σε καταυλισμούς της ηπειρωτικής χώρας δεν λαμβάνουν φαγητό.
Η πρόσβαση σε βιοτικούς πόρους είναι θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα. Η επισιτιστική ανασφάλεια, πόσο μάλλον η πλήρης στέρηση τροφής, δεν πρέπει να βιώνεται από κανέναν, και μάλιστα με κρατική υπαιτιότητα. Η Terre des hommes, πέρα από τη δράση άμεσης στήριξης οικογενειών με παιδιά, είναι ανάμεσα στις οργανώσεις που ασκούν πίεση συνηγορίας ώστε η ελληνική κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να δράσουν επειγόντως για να εκπληρώσουν αυτό το δικαίωμα και να καλύψουν τις ανάγκες όσων αναζητούν προστασία.