Στον απόηχο της εισβολής στο Καπιτώλιο κάποιων εκατοντάδων «ιδιαίτερων» υποστηρικτών του Ντόναλντ Τραμπ, το Αμερικανικό Κογκρέσο «πιστοποίησε» τη νίκη του Μπάιντεν στις προεδρικές εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου.
Στις 6 Ιανουαρίου, για 4-5 ώρες οι ΗΠΑ βρέθηκαν μεταξύ τραγωδίας και φάρσας. Μια αντισυστημική και εμπρηστική δημαγωγία καθοδηγούμενη όλα αυτά τα χρόνια από τον Τραμπ, οδήγησε αυτόν τον επιθετικό όχλο στο Καπιτώλιο. Η μόνη υπερδύναμη φάνηκε να είναι ευάλωτη και εκτεθειμένη σε εσωτερικές προκλήσεις και κινδύνους. Μένει να δούμε ποιες θα είναι οι επιπτώσεις αυτών των γεγονότων.
Ένας εξουσιομανής και αδίστακτος τύπος που βρέθηκε στην κορυφή της Αμερικανικής Διοίκησης μετέτρεψε την ισχυρότερη χώρα του κόσμου σε τριτοκοσμική δημοκρατία και η επίθεση στο Καπιτώλιο της 6ης Ιανουαρίου 2021 θα μείνει στην ιστορία ως μια επίθεση που υποκινήθηκε από έναν ενεργεία πρόεδρο που συνέχισε να ψεύδεται αβάσιμα για το αποτέλεσμα των νόμιμων εκλογών, ως μια στιγμή μεγάλης ατίμωσης και ντροπής για το αμερικανικό έθνος, όπως υπογράμμισε εύστοχα ο Μπαράκ Ομπάμα.
Το τέλος μιας ιδιαίτερης εικοσαετίας
Τα τελευταία δέκα χρόνια βρίσκεται σε εξέλιξη μια μεγάλη σύγκρουση ανάμεσα στη δημοκρατία και τον λαϊκισμό που έχει επηρεάσει τις πολιτικές εξελίξεις σε πολλές χώρες στον κόσμο με κορυφαία περίπτωση την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία της Αμερικής το 2016.
Ας επιχειρήσουμε όμως μια σύντομη αποτίμηση της εικοσαετίας 2000-2020. Αν η αρχή της εικοσαετίας σημαδεύτηκε από την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης την 11η Σεπτεμβρίου του 2001 που αποσταθεροποίησε τον ευρωατλαντικό κόσμο, το 2020 και η εικοσαετία έκλεισαν με την ιδιαίτερη «επίθεση» της πανδημίας του κορωνοϊού που βιώνει σήμερα όλος ο πλανήτης.
Ειδικότερα η δεκαετία 2010-2020, ήταν μια περίοδος διαχείρισης κρίσεων. Από το 2009 και έπειτα, όταν η χρηματοπιστωτική κρίση που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ το 2008 κλόνισε τον πυρήνα της ευρωζώνης, η διαχείριση των κρίσεων έγινε η νέα κανονικότητα για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πράγματι, η μία κρίση διαδεχόταν την άλλη.
Η χρηματοπιστωτική κρίση, η ελληνική κρίση, η ουκρανική κρίση, από το καλοκαίρι του 2015 η προσφυγική κρίση και από τον Ιούνιο του 2016 η κρίση του Brexit με τη Βρετανία, ένα από τα ισχυρότερα, οικονομικά και στρατιωτικά, κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να επιλέγει με δημοψήφισμα στις 23 Ιουνίου του 2016 την αποχώρησή της από την ΕΕ. Και το 2020 η κρίση της πανδημίας του κορωνοϊού.
Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα να υπάρξει μια τεράστια κρίση εμπιστοσύνης απέναντι στην Ευρώπη και τους θεσμούς της που εκδηλώθηκε στα περισσότερα κράτη-μέλη της ΕΕ, τροφοδοτώντας μια αναβίωση εθνικιστικών πολιτικών κομμάτων και ιδεών και πλήττοντας την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Φάνηκε να επιταχύνεται η επανεθνικοποίηση της Ευρώπης και οι πολιτικοί ηγέτες εστίασαν στη διαχείριση των κρίσεων αντί να αναπτύξουν ένα όραμα για την Ευρώπη και μια στρατηγική για την επίτευξή του (Joschka Fischer: «Why Europe is stuck in a cycle of crisis after crisis», The Project Syndicate 4/5/2016).
Ύστερα από σχεδόν επτά δεκαετίες επιτυχούς ενοποίησης, η Ευρώπη αποτελεί πλέον μια πολιτική, οικονομική, θεσμική και νομική πραγματικότητα και ένα κύριο χαρακτηριστικό της καθημερινής ζωής των ευρωπαίων πολιτών. Αλλά η Ευρώπη εξαρτάται κυρίως από τη ζωτικότητα της ιδέας στην οποία βασίζεται. Αν αυτή η ιδέα πεθαίνει μεταξύ των πολιτών και των λαών της Ευρώπης, η ΕΕ θα φτάσει σε ένα τέλος.
Τα πράγματα δεν μπορούν να συνεχιστούν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Διακυβεύεται το μέλλον της Ευρωπαϊκής ηπείρου σε έναν κόσμο ραγδαίων αλλαγών. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε με πολιτικές μικρών βημάτων. Δίχως ένα ανανεωμένο όραμα για την Ευρώπη και μια αποτελεσματική προσέγγιση για την αντιμετώπιση των κρίσεων, οι νέοι (και οι παλιοί) εθνικιστές της ηπείρου θα συνεχίσουν να ενισχύονται και να θέτουν σε κίνδυνο το σχέδιο της ειρηνικής ενοποίησης με βάση το κράτος δικαίου (Joshcka Fischer, στο ίδιο).
Σήμερα το τέλος της εικοσαετίας 2000-2020, βρίσκει την Ευρώπη σε έναν μετα-ηγεμονικό κόσμο που είναι πιο ψηφιακός, πιο κινεζικός, έναν κόσμο της διακινδύνευσης και του ρίσκου. Πρόκειται για έναν κόσμο όπου ο δημόσιος χώρος μεταφέρεται στο διαδίκτυο αλλά γίνεται όλο και πιο ουσιαστικός.
Πράγματι η πανδημία σημάδεψε την Ευρώπη το 2020, ταυτόχρονα όμως το 2020 αποτέλεσε χρονιά ορόσημο για την Ε.Ε. και την Ευρωζώνη. Οι χώρες του Ευρώ τόλμησαν ένα ιστορικό βήμα με την έκδοση κοινών ομολόγων και οι Ευρωπαίοι ηγέτες των χωρών-μελών υπέγραψαν δυο πακέτα στήριξης, ώστε να βοηθηθούν οι χώρες-μέλη να ανταπεξέλθουν στις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας. Πρόκειται για ένα ταμείο αλληλεγγύης 750 δις. ευρώ που αφορά ίσως τη σημαντικότερη εξέλιξη στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ενοποιητικής διαδικασίας από την εποχή της δημιουργίας του ευρώ. Τελικά αν και στην αρχή δίστασε, η Ε.Ε. διαχειρίστηκε με επιτυχία την κρίση της πανδημίας, τόσο με την τεράστια οικονομική βοήθεια που αποφάσισε όσο και με παραγωγή και διανομή του εμβολίου.
Η υπόθεση της αλληλεγγύης που είναι κομβικής σημασίας για το ευρωπαϊκό σχέδιο βγήκε ενισχυμένη στο τέλος του 2020. Κι αυτό είναι σημαντικό γιατί όταν θα ξεπεραστεί ο φόβος και το υγειονομικό πρόβλημα, οι ευρωπαίοι πολίτες θα είναι πιο απαιτητικοί. Όσον αφορά τη χώρα μας, καλύτερα να μην σκεφτούμε το σενάριο να είχε βρεθεί η Ελλάδα εκτός Ευρωζώνης κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Αλλά και στην υπόθεση της διαχείρισης του Brexitπου σημάδεψε τα ευρωπαϊκά δρώμενα, η Ε.Ε. μάλλον τα πήγε πολύ καλά. Αποφύγαμε ένα Brexit δίχως εμπορική συμφωνία κάτι που θα ήταν οδυνηρό.
Στο παγκόσμιο επίπεδο η Ε.Ε. πρέπει να προχωρήσει το 2021 και ως γεωπολιτική δύναμη, με περισσότερη στρατηγική σκέψη, περισσότερα μέσα και σύγκλιση συμφερόντων. Απέναντι στους παράγοντες αποσταθεροποίησης όπως είναι η ριζοσπαστικοποίηση του Ισλάμ και προκειμένου να αντιμετωπιστούν δύσκολα ζητήματα όπως είναι η παρατεταμένη κρίση στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, χρειάζεται περισσότερη ευρωπαϊκή κυριαρχία και στρατηγική αυτονομία.
Σε σχέση με την Κίνα η Ε.Ε. επιδιώκει ενίσχυση των σχέσεων με το Πεκίνο. Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται και η συμφωνία που υπέγραψαν οι δυο πλευρές πριν λίγες μέρες και αφορά τις διμερείς επενδύσεις και θα προσφέρει στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις μεγαλύτερη πρόσβαση στην κινεζική αγορά. Η συμφωνία προκάλεσε αντιδράσεις εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης λόγω της καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από το Πεκίνο.
Στην άλλη πλευρά του ευρωατλαντικού κόσμου μάλλον περίμεναν να αντιμετωπιστεί η στάση απέναντι στην Κίνα από κοινού με τη νέα κυβέρνηση Μπάιντεν. Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ μπορεί να αποκαταστήσει την ηρεμία στις σχέσεις με το Πεκίνο αρκεί να αρνηθεί να κλιμακώσει την ένταση. Πρέπει να φτάσουμε σε ένα τρίγωνο σταθερότητας ΗΠΑ-Ε.Ε.-Κίνας. Προηγουμένως η νέα αμερικανική διοίκηση θα επιδιώξει να «επιδιορθώσει» και να συμφιλιώσει τις ΗΠΑ πριν εμπλακεί με τα διεθνή ζητήματα για να μπορέσει να ηγηθεί και πάλι. Ας μην ξεχνάμε πως η αμερικανική κοινωνία κουράστηκε με τους πολέμους που ξεκίνησε ο Μπους, πολέμους χωρίς στρατηγική εξόδου.
Ο Μπάιντεν με έναν εξωστρεφή πατριωτισμό και έμφαση στην πολυμέρεια και διεθνή συνεργασία θα βοηθήσει τις ΗΠΑ να επιστρέψουν στη διεθνή σκηνή.
* Ο Σωτήρης Ντάλης είναι αν. καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Παπαζήση το βιβλίο του «ΜareNostrum: Μετατοπίσεις στον γεωπολιτικό χάρτη της Μεσογείου».