Η αμφισβήτηση της εδαφικής κυριαρχίας της Ελλάδας γίνεται μία επικίνδυνη πολιτική γραμμή, που βάζει στο τραπέζι ο τούρκος πρόεδρος και ακολουθεί ακόμα πιο επιθετικά η αντιπολίτευση
Δηλώσεις, χάρτες, αναρτήσεις. Μία ρητορική πρόκληση κάθε μέρα επιχειρεί η τουρκική ηγεσία. Ξεκινώντας από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που δίνει τη «γραμμή» και φτάνοντας μέχρι την αντιπολίτευση που επενδύει στην ρητορική της έντασης ως ένα χαρτί «ασφαλές και δοκιμασμένο», η Τουρκία βαδίζει στο δρόμο των εκλογών.
Επικίνδυνη ρητορική
Η αμφισβήτηση της εδαφικής κυριαρχίας της Ελλάδας γίνεται μία επικίνδυνη πολιτική γραμμή, που βάζει στο τραπέζι ο τούρκος πρόεδρος και ακολουθεί ακόμα πιο επιθετικά η αντιπολίτευση.
Ο «χάρτης Μπαχτσελί» δεν ήταν έκπληξη για όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις στην πολιτική σκηνή της Τουρκίας. Το αντίθετο. Ο ακροδεξιός εταίρος του τούρκου προέδρου και πρόεδρος του κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) που στεγάζει τους «Γκρίζους Λύκους», Ντεβλέτ Μπαχτσελί ήταν από αυτούς που φρόντιζαν και σε καιρούς ηρεμίας να διατηρούν το ζήτημα «Ελλάδα» στην ατζέντα τους.
Ακόμα και πριν ο Ερντογάν κηρύξει «ανένδοτο» με το «Μητσοτάκης γιοκ» και επιχειρήσει να αναζητήσει κι αυτός μία πρακτική ανάλογη με τους χάρτες που παρουσιάζει η ελληνική πλευρά σε εταίρους και συμμάχους, στην προσπάθεια της να ενημερώσει για την τουρκική προκλητικότητα.
Η σύνδεση με τις εκλογές του 2023
Τα ελληνοτουρκικά και η εμπρηστική ρητορική της Άγκυρας για πολλούς αναλυτές συνδέεται άμεσα με τις εκλογές του 2023 και την τάση στις δημοσκοπήσεις να παρουσιάζουν τον Ερντογάν ως ηττημένο σε αυτή την αναμέτρηση.
Η ανάγκη του τούρκου προέδρου για την ανάδειξη ενός εναλλακτικού αφηγήματος, το οποίο θα του επιτρέπει να ξεπεράσει – επικοινωνιακά – το ζήτημα της οικονομίας ενισχύεται διαρκώς καθώς ο πληθωρισμός στην Τουρκία καλπάζει και η μείωση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών τους οδηγεί σε απελπισία.
Ρητορική επεκτατισμού
Το επιχείρημα περί αποστρατικοποίησης των νησιών του Αιγαίου και η σύνδεση του με την αμφισβήτηση της κυριαρχίας τους, χρησιμοποιείται από την κυβέρνηση Ερντογάν για να υποστηρίξει το αφήγημα περί αύξησης της τουρκικής επικράτειας, της πρώτης από την ίδρυση της σύγχρονης Τουρκικής Δημοκρατίας το 2023 σε σύνορα που της επιβλήθηκαν και ήταν πολύ μακριά από τα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η Κύπρος
Ο τούρκος πρόεδρος δείχνει να θέλει να συνδέσει το όνομα του με επέκταση των συνόρων του κράτους, επιδίωξη στην οποία βασίζει και την ρητορική του περί «Γαλάζιας Πατρίδας», αλλά και τα σχέδια ενίσχυσης της ντε φάκτο προσάρτησης των κατεχομένων στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Σε αυτό το κλίμα ενισχύονται τα σενάρια για το τι θα επιλέξει να ανακοινώσει ο τούρκος πρόεδρος κατά την επίσκεψη του στην κατεχόμενη Κύπρο στις 20 Ιουλίου, στην επέτειο της τουρκικής εισβολής.
Ακόμα και αν μία ανοίνωση προσάρτησης των κατεχομένων επίσημα, κυκλοφορεί ως σενάριο, το μομέντουν κρίνεται ως απόλυτα ακατάλληλο για την Τουρκία αυτή τη στιγμή, δεδομένης και της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Αυτή η κίνηση άλλωστε θα υποχρέωνε τόσο τις ΗΠΑ όσο και τον ΟΗΕ και την ΕΕ να προχωρήσουν στη λήψη συγκεκριμένων μέτρων απέναντι στην Άγκυρα που θα της κόστιζαν πολύ περισσότερο από αυτό που θα πετύχαινε σε επίπεδο προπαγάνδας.
Κούρσα εξοπλιστικών
Την ίδια στιγμή μετά τη συνάντηση Μπάιντεν – Ερντογάν στο ΝΑΤΟ αμερικανικές πηγές δηλώνουν ότι είναι σχεδόν βέβαιο, παρά τις αντιδράσεις ότι τα εμπόδια στο τουρκικό αίτημα για τα F-16 σχεδόν έχουν καταρριφθεί.
Δεν είναι λίγοι που εκφράζουν πλέον τη βεβαιότητα ότι θα υπάρξει ένα παράθυρο το οποίο θα δώσει τη δυνατότητα στον Μπάιντεν να δώσει F-16 στον Ερντογάν και ταυτόχρονα να μην δείξει ότι «αδειάζει» την Αθήνα. Και αυτό είναι η παραχώρηση στην Ελλάδα του «πλεονεκτήματος» των όπλων τελευταίας τεχνολογίας.
Η μάχη θα δοθεί με όρους τεχνολογίας
Ήδη σε αρθρογραφία προτείνεται η άρση των εμποδίων πώλησης F-16 προς την Άγκυρα, με κάποιους να τάσσονται υπέρ της στρατηγικής που ακολουθήθηκε σε σχέση με το Ισράηλ και τις αραβικές χώρες. Οι ΗΠΑ, με βάση αυτό το σενάριο, μπορούν να εκφράζουν τη στήριξη τους προς την Ελλάδα όχι κόβοντας τις πωλήσεις στην Τουρκία, αλλά δίνοντας στην Αθήνα όπλα τελευταίας τεχνολογίας.
Αυτό ωστόσο θα σημαίνει ότι η Αθήνα μπαίνει σε μία εξαιρετικά δαπανηρή κούρσα εξοπλισμών, ευχαριστώντας τις ΗΠΑ και τηρώντας τις δεσμεύσεις της απέναντι στην Ουάσιγκτον, πληρώνοντας ακριβό τίμημα.
Το πρώτο βήμα, σημειώνουν διπλωμάτες με γνώση των εξελίξεων, έγινε ήδη με τα F-35 και έπεται συνέχεια.
Με τις συμμαχίες να αποδεικνύοναι ιδιαίτερα δαπανηρές για την Ελλάδα.