Σε μία δημοκρατία οι πάντες κρίνονται και εννοείται ότι μέσα στους πάντες συμπεριλαμβάνονται και οι δικαστές για τις αποφάσεις τους.
Το πρόβλημα έχει λυθεί τουλάχιστον από τότε (δεκαετία του ’60) που ο Γεώργιος Παπανδρέου είπε την εμβληματική φράση «και οι κρίνοντες κρίνονται». Με δυο λόγια οι δικαστικές αποφάσεις δεν είναι θέσφατα. Είναι έργο ανθρώπων και ως τέτοιο κρίνονται και αμφισβητούνται.
Αυτό το γνωρίζουν οι πάντες-πολιτικοί, δικαστές, δημοσιογράφοι- γι’ αυτό και αποτελεί μέγιστη υποκρισία αυτό που προσπαθούν να «περάσουν», με αφορμή την υπόθεση Λιγνάδη, η κυβέρνηση και φιλικά της μέσα ενημέρωσης. Ότι, δηλαδή, οι διαμαρτυρίες για το γεγονός ότι ο καταδικασθείς αφέθηκε ελεύθερος «υπονομεύουν το κύρος της δικαιοσύνης» και παραπέμπουν σε «λαϊκά δικαστήρια».
Πρώτη έσυρε αυτόν το χορό η υπουργός Πολιτισμού, η οποία ενοχλείται επειδή σε πολλές θεατρικές παραστάσεις οι ηθοποιοί διαμαρτυρήθηκαν για την αποφυλάκιση του Λιγνάδη, θυμίζοντας ότι είναι-με τη σφραγίδα της δικαστικής απόφασης- βιαστής (δις).
Τη σκυτάλη πήρε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ο οποίος καλό είναι να γνωρίζει ότι το να ρίχνει τις ευθύνες για τις διαμαρτυρίες στον ΣΥΡΙΖΑ δεν κάνει τίποτα άλλο από το να στρουθοκαμηλίζει. Ας ρωτήσει τον κ. Πέτσα γιατί.
Όμως, αυτή που ξεπέρασε κάθε όριο είναι η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων. Οι συνδικαλιστές δικαστές πρέπει να καταλάβουν ότι το Σώμα που υπηρετούν είναι εξουσία. Κατά το Σύνταγμα, η τρίτη εξουσία.
Ολες οι εξουσίες κρίνονται και αμφισβητούνται, θα ήταν αδιανόητο να γίνει εξαίρεση για τις δικαστικές αποφάσεις. Δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος για «εκτροπή προς τα λαϊκά δικαστήρια». Ο μόνος κίνδυνος που υπάρχει είναι να φανεί ότι οι συνδικαλιστές δικαστές ταυτίζονται με την κυβερνητική άποψη για την υπόθεση Λιγνάδη.
Αλλωστε, όσοι συνέταξαν τη ανακοίνωση της Ενωσης γνωρίζουν ότι δεν αμφισβητείται, γενικώς και αορίστως, η δικαιοσύνη. Αμφισβητείται ένα μέρος της απόφασης για τον Λιγνάδη, που αφορά την αποφυλάκισή του.
Βεβαίως, τα μέλη του δικαστηρίου γνωρίζουν καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον τα στοιχεία που τους οδήγησε σε αυτήν την απόφαση. Όμως, η απόφαση αυτή ευλόγως αμφισβητείται και προκαλεί αντιδράσεις. Διότι ο Λιγνάδης προφυλακίστηκε πριν δικαστεί και βγαίνει από τη φυλακή αφού καταδικάστηκε για δύο βιασμούς. Για οποιονδήποτε καλοπροαίρετο σχολιαστή, αλλά και απλό πολίτη, υπάρχει μεγάλη αντίφαση σε αυτές τις δύο αποφάσεις.
Οσο για τους ανησυχούντες μήπως στηθούν «λαϊκά δικαστήρια», ας σταματήσουν να υποκρίνονται. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, που τόσο θαυμάζουν, οι δικαστικές αποφάσεις που προκαλούν το «κοινό αίσθημα»(το οποίο τόσο λοιδορούν οι δικοί μας) αμφισβητούνται δημόσια και με διαδηλώσεις.
Πρόσφατο είναι το παράδειγμα με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, που απαγόρευσε τις αμβλώσεις. Και έχουμε πλήθος άλλων παραδειγμάτων: όταν αφέθηκαν ελεύθεροι αστυνομικοί δολοφόνοι, ξέσπασαν βίαιες ταραχές. Και οι πολίτες αμφισβήτησαν τις δικαστικές αποφάσεις με κάθε τρόπο.
Οι πολίτες δεν δικάζουν και όσοι μιλάνε για «λαϊκά δικαστήρια» είναι υποκριτές. Ομως, οι πολίτες έχουν δικαίωμα και να αμφισβητούν τις δικαστικές αποφάσεις και να διαμαρτύρονται, όταν τις θεωρούν άδικες.
Διότι «δικαιοσύνη (θα έπρεπε να) είναι το δίκαιο των αδυνάμων», όπως έχει γράψει ο Γάλλος συγγραφέας Ζοζέφ Ζουμπέρ. Για να μην ισχύει αυτό που έχει πει ο Πλάτων, ότι «το δίκαιο δεν είναι τίποτα άλλο παρά το συμφέρον του ισχυρού»…