Η Οδύσσεια είναι το δεύτερο μεγάλο ηρωικό έπος της αρχαίας ελληνικής γραμματείας μετά την Ιλιάδα. Ο περιπετειώδης γυρισμός στην πατρίδα του Ιθάκη, εξακολουθεί να παρέχει πολύτιμες πληροφορίες της πραγματικής ζωής στην αρχαιότητα, όπως και αναλυτικές περιγραφές προσδιορισμού των τόπων των ανθρώπων και των περίεργων για τη σύγχρονη εποχή μας τεράτων, που αντιμετώπισε στα δέκα χρόνια της περιπλάνησης του ο Οδυσσέας. Επίσης οι λεπτομερείς περιγραφές του γεωμορφολογικού περιβάλλοντος κάνουν το Ομηρικό έπος όχι απλά ένα θρύλο αλλά ένα γεωγραφικό ντοκουμέντο. Από τον 6ο αιώνα π.Χ. είχε καθιερωθεί στη γιορτή των Παναθηναίων να απαγγέλλονται η Ιλιάδα και η Οδύσσεια από την αρχή ως το τέλος . Οι εκδικητικοί αλλά και προστατευτικοί θεοί, τα οργισμένα τέρατα, οι σαγηνευτικές νύμφες, οι πολύπλοκοι χαρακτήρες και οι μηχανορραφίες , κατατάσσουν το επικό ποίημα του Ομήρου σε ένα από τα πιο διαχρονικά κλασικά έπη όλων των αιώνων και συναρπάζει ακόμη όλους τους μελετητές.
- Η χώρα των Λωτοφάγων
Τοποθετείται από κάποιους ιστορικούς κοντά στις ακτές της Β. Αφρικής. Κατά την περιπλάνησή του στην αναζήτηση της Ιθάκης, ο πολυμήχανος Οδυσσέας, πέρασε με τους συντρόφους του και από το νησί των Λωτοφάγων. Ο Ομηρος αναφέρει στην Οδύσσεια, πως σε αυτό το νησί, που ιστορικά τοποθετείται στη Βόρεια Αφρική και συγκεκριμένα στο νησί Τζέρμπα της Τυνησίας, κατοικούσε ένας φιλόξενος και ειρηνικός λαός. Κύρια τροφή τους ήταν τα άνθη και οι καρποί του λωτού, οι οποίοι θεωρούντο ναρκωτικό, καθώς προκαλούσαν λήθη και απάθεια.
«Μέρες εννιά παράδερνα μ’ ενάντιους ανέμους από ψαροτρόφο πέλαγος και τη δέκατη φτάσαμε στο νησί των Λωτοφάγων που έχουν λουλούδια για τροφή…»
Τα πλοία του Οδυσσέα μεταφέρθηκαν από ισχυρούς βόρειους ανέμους, μακριά από την πορεία τους προς τη γη των ευωδιαστών λωτών. Αυτό τον μαγεμένο καρπό πρόσφεραν στους τρεις συντρόφους του Οδυσσέα οι οποίοι πήγαν να δουν ποιοι ζούσαν σε αυτήν τη χώρα. Αμέσως ξέχασαν την πατρίδα τους και δεν ήθελαν να φύγουν από εκεί. Ο Οδυσσέας τους πήρε με τη βία στο πλοίο, όπου ξαναβρήκαν τη μνήμη τους και συνέχισαν το ταξίδι τους. Ο Λωτός ήταν γνωστός στους αρχαίους Ινδούς, στο Θιβέτ, την Κίνα στην Αίγυπτο και την αρχαία Ελλάδα. Τον ονόµαζαν Διόσπυρο -«τροφή των θεών» αλλά και «µήλο της Ανατολής». - Στη χώρα των Κυκλώπων
Ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του άραξαν νύχτα τα πλοία τους στο μικρό λιμανάκι του απάτητου νησιού, κοντά στο λιμάνι της χώρας των Κυκλώπων που ήταν γεμάτο με δέντρα και κοπάδια από γίδες. Το χώμα ήταν πολύ εύφορο, αλλά ακαλλιέργητο. Ο Στράβων αναφέρει ότι οι Κύκλωπες ήρθαν από τη Λυκία και δημιούργησαν τείχη και άλλες κατασκευές στην Τίρυνθα και στις Μυκήνες, γνωστές ως Κυκλώπεια Τείχη, που τα υπολείμματα τους διατηρούνταν σε πολλές περιοχές της χώρας μας.
Οι γιοί του Ποσειδώνα, που έφεραν ένα και μοναδικό μάτι στην μέση του μετώπου, αναφέρεται ότι πιθανότατα κατοικούσαν στην Σικελία, στη Δυτική Μεσόγειο. Άγριοι, χωρίς κάποια στοιχεία πολιτισμού και κοινωνικής οργάνωσης, εξόντωναν και έτρωγαν όσους πλησίαζαν στην περιοχή τους. Τα γιγαντόσωμα βίαια πλάσματα κατοικούσαν στις πλαγιές των βουνών, μέσα στις σπηλιές, χωρίς να έχουν πολλές σχέσεις μεταξύ τους.
Μόλις βγήκαν στη στεριά ο Οδυσσέας και μερικοί από το πλήρωμά του κατασκήνωσαν στην ακρογιαλιά και την επόμενη μέρα βγήκαν για κυνήγι. Βρήκαν πλούσια θηράματα και έστησαν αμέσως γλέντι με ψητές γίδες και κρασί που είχαν ακόμη από τους Κίκονες.
Αναζητώντας προμήθειες σε άλλο νησί συναντούν τον γίγαντα Πολύφημο και αρκετοί σύντροφοι του Οδυσσέα φαγώθηκαν πριν καταφέρει τελικά να τυφλώσει το μοναδικό του μάτι. Ο Οδυσσέας που συστήθηκε στον Πολύφημο σαν <<Κανένας>>, πρόσφερε στον Κύκλωπα το γλυκόπιοτο κρασί του Μάρωνα και αφού τον μέθυσε έμπηξαν ένα μυτερό ραβδί στο τεράστιο μάτι του Κύκλωπα . Οι υπόλοιποι Κύκλωπες ξύπνησαν από τις άγριες φωνές και τον ρωτούσαν έξω από τη σπηλιά τι έπαθε, αλλά τους απαντούσε ότι με απάτη τον τύφλωσε ο Κανένας. - Στο νησί της Κίρκης
Η αθάνατη Κίρκη παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια από τις σημαντικότερες περιπέτειες του Οδυσσέα. Κατοικούσε στην Αιαία σε ένα νησί κάπου σε έναν μακρινό ωκεανό, μαζί με τους μαγεμένους υπηρέτες της -τα εξημερωμένα λιοντάρια, λύκους και άλλα ζώα. Ήταν δευτερεύουσα θεότητα, – για άλλους μάγισσα ή νύμφη και γνώριζε πολλά για τα βότανα και τη φαρμακευτική τους επίδραση. Πατέρας της ήταν ο θεός Ήλιος και μητέρα της η Πέρση, μία από τις Ωκεανίδες. Η Κίρκη ήταν αδελφή του Αιήτη και της Πασιφάης. Η αρχαία παράδοση αναφέρει ότι εξάγνισε τους Αργοναύτες για τον θάνατο του Αψύρτου. Επίσης φέρεται να μεταμόρφωσε τον Πίκο σε δρυοκολάπτη επειδή αρνήθηκε τον έρωτά της και τη Σκύλλα σε τέρας όταν ο Γλαύκος,- τον οποίο αγαπούσε η Κίρκη, ομολόγησε τον έρωτά του για τη Σκύλλα.
«Χωρίς μιλιά αράξαμε το πλοίο στην ακτή, σε σίγουρο λιμάνι. Κάποιος θεός μας έδειχνε το δρόμο»…
Όταν μερικοί σύντροφοί του Οδυσσέα επισκέφθηκαν η Κίρκη τους προσκάλεσε σε γεύμα στα οποία είχε ρίξει μαγικά φίλτρα. Μετά το φαγητό, τους άγγιξε με το μαγικό της ραβδάκι και τους μεταμόρφωσε σε χοίρους. Μόνο ο Ευρύλοχος, που την υποψιάσθηκε από την αρχή, γλίτωσε και ειδοποίησε τον Οδυσσέα και τους άλλους που είχαν μείνει στα πλοία τους. Ο Οδυσσέας ξεκίνησε να σώσει τα θύματα όταν τον πρόλαβε ο Ερμής που του είπε να προμηθευθεί το βοτάνι ‘μόλυ’ για να μην έχει την ίδια τύχη. Η μάγισσα ερωτεύθηκε τον Οδυσσέα και έδωσε στους συντρόφους του την ανθρώπινη μορφή. Ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του παρέμειναν στο νησί της για ένα χρόνο και μετά τους έδωσε οδηγίες πώς να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, περιγράφοντάς τους δύο διαφορετικές πορείες. Ο Όμηρος είναι αρκετά συγκεκριμένος στην περιγραφή του φυτού μόλυ: έχει μια μαύρη ρίζα και ένα λευκό λουλούδι. Το φυτό μόλυ σχετίζεται με τη “μπελοντόνα” της οικογένειας των Σολανίδων. Το άγριο βότανο περιέχει τοξικά αλκαλοειδή που εμποδίζουν τους νευροδιαβιβαστές στον εγκέφαλο. Προκαλεί ψευδαισθήσεις, παραλήρημα και αμνησία καθώς ο εγκέφαλος αγωνίζεται να στείλει και να λάβει μηνύματα. - Η Χάρυβδη και η Σκύλλα
Τα δυο φοβερά τέρατα της θάλασσας, εμπλέκονται στους μύθους του Οδυσσέα και των Αργοναυτών, οι οποίοι πέρασαν από τα στενά αυτά με μικρές απώλειες, γιατί η θεά Ήρα παρακάλεσε τον θεό Ποσειδώνα να τα κοιμίσει. Η Σκύλα είχε έξι κεφάλια που έμοιαζαν με σκύλου. Σύμφωνα με τον Όμηρο βρίσκονταν η μια απέναντι από την άλλη, σε ένα στενό θαλάσσιο πέρασμα που ονομαζόταν Πλαγκτές Πέτρες. Τα δυο τέρατα ήταν εγκαταστημένα σε δυο σκοπέλους και ο ένας ήταν τόσο ψηλός, που η κορυφή του χανόταν στον ουρανό σκεπασμένη με πυκνά μαύρα σύννεφα. Ούτε πουλί πετούμενο δε γλίτωνε από το στενό πέρασμα με τα ψηλά απότομα βράχια, όπου το κύμα έσκαγε με φοβερό θόρυβο. Πολλοί τοποθετούν την περιοχή στον Βόσπορο, ενώ άλλοι στο ακρωτήριο Ταίναρο κι άλλοι κοντά στα Κανάρια νησιά. Οι πιο πολλοί πίστευαν πως η Σκύλλα και η Χάρυβδη κατοικούσαν στο στενό της Μεσσήνης, ανάμεσα στην Ιταλία και τη Σικελία.
Η Σκύλλα ήταν κρυμμένη μέχρι τη μέση στο βάραθρο της σπηλιάς. Είχε δώδεκα παραμορφωμένα πόδια, που υψώνονταν στον αέρα κι έξι μακριούς λαιμούς. Τα έξι κεφάλια της είχαν τρία σαγόνια το καθένα και κάθε στόμα της είχε τρεις σειρές δόντια, που στάζανε δηλητήριο. Τα κεφάλια της πρόβαλλαν από τη σπηλιά και καταβρόχθιζαν με μανία ακόμη και ανθρώπους, αν κάποιο καράβι τολμούσε να διασχίσει το στενό. Η Σκύλλα άρπαζε τόσους κωπηλάτες, όσα ήταν και τα φοβερά της στόματα. Γονείς της Σκύλλας ήταν, σύμφωνα με μια παράδοση, ο Φόρκυς και η Κητώ, η οποία είχε γονείς της τον Πόντο και τη Γαία. Παιδιά τους ήταν επίσης και άλλα θαλάσσια τέρατα, όπως η Έχιδνα, οι Σειρήνες και η Θόωσσα, που συμβόλιζε τη μανιασμένη θάλασσα. Σε μια άλλη εκδοχή γονείς της Σκύλλας ήταν ο Φόρβας και η θεά Εκάτη ή ο Φόρκυς και η Εκάτη.
Η Χάρυβδη κατοικούσε στην απέναντι μεριά, όπου υπήρχε ένας δεύτερος σκόπελος, με μικρότερο ύψος. Πάνω του είχε μια αγριοσυκιά και κάτω από το φύλλωμά της καθόταν το τέρας, που από το στόμα του ξερνούσε μαύρο νερό. Η Χάρυβδη μπορούσε να μετατρέπει το στενό πέρασμα σε μια τεράστια ρουφήχτρα. Τρεις φορές τη μέρα ρουφούσε το νερό και τρεις φορές το ξανάβγαζε με φοβερή ταχύτητα. Έτσι, αν τύχαινε και βρισκόταν κανείς κοντά τις στιγμές που το ρουφούσε, δεν είχε ελπίδες να γλιτώσει. Ο Οδυσσέας οδήγησε τα πλοία κοντύτερα στην Σκύλλα όπως τον είχε συμβουλέψει η Κίρκη. Εκεί το τέρας με τα έξι κεφάλια άρπαξε έξι συντρόφους του Οδυσσέα και έτσι γλύτωσαν οι υπόλοιποι που με τρόμο έκαναν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν κουπί. - Σειρήνες
Ήταν θαλάσσιες νύμφες (Ναϊάδες) συνοδοί της Περσεφόνης. Όταν ο Άδης απήγαγε την Περσεφόνη, η μητέρα της Δήμητρα έδωσε σώμα πτηνών στις νύμφες για να την βοηθήσουν στην αναζήτηση. Μετά την αποτυχημένη προσπάθεια να την βρουν, εγκαταστάθηκαν σε ένα νησί όπου με το πανέμορφο τραγούδι τους προσέλκυαν τους ναύτες των πλοίων και προκαλούσαν την καταστροφή τους.
Το όνομά τους συνδέεται πιθανώς με τον Σείριο και ο Πλάτωνας αναφέρει ότι οι Σειρήνες ήταν οκτώ. Ήταν θυγατέρες του ποταμού θεού Αχελώου και της Μούσας Μελπομένης -(Απολλόδωρος) , ή της Τερψιχόρης -(Απολλώνιος ο Ρόδιος), ή της Στερόπης. Σε μια άλλη εκδοχή ήταν κόρες του θαλάσσιου θεού Φόρκυ και της Χθων (Γη). Συνήθως είναι αριθμητικά δύο, η Αγλαόπη (λαμπρή στην όψη) και η Θελξιέπεια (γοητευτική στον λόγο), ή τρεις, η Παρθενόπη, η Λευκωσία (Λευκή ουσία) και η Λιγεία (Καθαρή φωνή) ή Αγλαόφωνος, Μόλπη (μελωδική φωνή) και Θελξινόη (όμορφος νους) -κατά τον Ησίοδο. Άλλα ονόματα που τους έδιναν είναι Θελξιόπη (γοητευτική όψη) και Πεισηνόη (πειθώ του νου).
Πριν τον Οδυσσέα μόνον οι Αργοναύτες είχαν καταφέρει να περάσουν από την περιοχή των Σειρήνων, όταν ο Χείρων είχε προειδοποιήσει τον Ιάσονα να πάρει μαζί του τον Ορφέα, ο οποίος με το τραγούδι του ξεπέρασε σε ομορφιά τις σειρήνες και κατόρθωσαν τελικά να διαφύγουν χωρίς απώλειες.
Η νήσος των Σειρήνων ή Σειρηνουσσών δεν είναι επακριβώς ταυτοποιημένη. Οι διάφοροι μελετητές έχουν προτείνει πολλές τοποθεσίες αλλά η επικρατούσα βρισκόταν στην παραλία της Καμπανίας κοντά στην Νεάπολη. Οι Σειρήνες κατοικούσαν στην νήσο Ανθεμόεσσα του Τυρρηνικού πελάγους, στο στενό της Μεσσήνης μεταξύ Σικελίας και Καλαβρίας. Ο Οδυσσέας είχε ενημερωθεί από την Κίρκη για το γοητευτικό τραγούδι τους με το οποίο παγίδευαν τους ανυποψίαστους ταξιδιώτες. Όταν πλησίαζαν είτε ξεχνούσαν τον προορισμό τους, είτε κατασπαράζονταν απ΄ αυτές. Διέταξε σε όλο το πλήρωμα να βάλουν κερί στα αυτιά τους ώστε να μην ακούν το τραγούδι των Σειρήνων, ενώ ο ίδιος ζήτησε να τον δέσουν στο κατάρτι ώστε όταν ακούσει το τραγούδι τους να μη παρασυρθεί από την γοητεία τους.
” Γι᾽ αυτό κι εγώ θα σας μιλήσω, ώστε γνωρίζοντας ή να πεθάνουμε ή να γλιτώσουμε τον θάνατο και να ξεφύγουμε τη μαύρη μοίρα. Λοιπόν η πρώτη συμβουλή της (Κίρκης) ήταν πώς θα αποφύγουμε το θείο τραγούδι των Σειρήνων και το ανθισμένο τους λιβάδι. Μόνο σ᾽ εμένα επέτρεψε ν᾽ ακούσω τη φωνή τους αλλά θα πρέπει να με δέσετε σφιχτά, τόσο που να πονέσω, να μην μπορώ να κουνηθώ, όρθιο πάνω στο κατάρτι, με τα σχοινιά πλεγμένα γύρω του.Κι αν σας παρακαλώ, αν σας φωνάζω να με λύσετε, εσείς θα πρέπει πιο σφιχτά να με τυλίξετε, μ᾽ ακόμη περισσότερα δεσμά.”
-Τα βόδια του Ήλιου
«Τον άντρα τον πολύτροπο πες μου, θεά, που χρόνια
παράδερνε, σαν πάτησε της Τροίας τ’ άγιο κάστρο,
κι ανθρώπων γνώρισε πολλών τους τόπους και τη γνώμη
κι έπαθε πλήθος συμφορές στα πέλαγα, ζητώντας
πώς στην πατρίδα του άβλαβος να πάει με τους συντρόφους.
Μα κι έτσι αυτούς δε γλίτωσε, μ’ όσον καημό και αν είχε.
Γιατί μονάχοι χάθηκαν από δικό τους κρίμα,
οι άσεβοι, που φάγανε τ’ Ουρανοδρόμου Ήλιου
τα βόδια και τους στέρησε του γυρισμού τη μέρα.»
Ο Όμηρος αντιστοιχεί στον ηλιακό Τιτάνα Υπερίωνα ως προσωποποιημένη θεότητα του Ήλιου . Άλλες πηγές αναφέρουν πως ο Ήλιος είναι γιος του Υπερίωνα από την αδελφή του Θεία. Ο Ήλιος οδηγούσε το πύρινο άρμα του στον ουρανό και αναφερόταν μερικές φορές με το επίθετο Ήλιος Πανόπτης (αυτός που βλέπει τα πάντα). Είχε δύο αδελφές, την θεά του φεγγαριού Σελήνη και της θεά της αυγής Ηώ. Η γνωστότερη ιστορία στην οποία συμμετέχει ο Ήλιος είναι αυτή του γιου του Φαέθοντα, – που σημαίνει εκείνος που λάμπει, που εκπέμπει φως, ο οποίος σκοτώθηκε οδηγώντας το ηλιακό άρμα. Η Κίρκη τον ονομάζει Υπερίωνα αντί για Ήλιο.
Πίσω στον Όμηρο, ο Οδυσσέας και το πλήρωμά του, μετά το δραματικό συναπάντημα με τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, φτάνουν στο νησί της Θρινακίας, -θα μπορούσε να είναι η σημερινή Σικελία, όπου φυλάσσονταν τα ιερά κόκκινα Βόδια του Ηλίου.
Ο Οδυσσέας, που θυμόταν τα λόγια του Τειρεσία, δεν ήθελε να σταματήσουν αλλά οι σύντροφοί του ορκίστηκαν πως δεν θα άγγιζαν τα ζώα, κι έτσι δέχτηκε να αποβιβαστούν.
«Γίγνωσκον ο δη κακά μήδετο δαίμων»- βεβαιώθηκε ότι ήταν αναπόφευκτες οι συμφορές που τους είχε ετοιμάσει ο δαίμων -μοίρα. Για κακή τους τύχη, το άλλο πρωί ξέσπασε θύελλα που φυσούσε μόνο νοτιάς και σιρόκος κρατώντας τους αποκλεισμένους στο νησί ένα ολόκληρο μήνα. Ο Οδυσσέας απελπισμένος, μόνος του προχώρησε στο εσωτερικό του νησιού να παρακαλέσει τους Θεούς να του αποκαλύψουν με ποιο τρόπο θα γυρίσει στην Ιθάκη. Όσο κρατούσαν τα τρόφιμα που τους είχε προμηθεύσει η Κίρκη δεν πάτησαν τον όρκο τους, αλλά όταν τελείωσαν, επωφελούμενοι από την απουσία του Οδυσσέα, χόρτασαν την πείνα τους σφάζοντας τις πιο παχιές από τις θεϊκές αγελάδες. Οι κόρες του Ηλίου που ήταν φύλακες του νησιού, το είπαν στον πατέρα τους και αμέσως ο Ήλιος έτρεξε στον Όλυμπο απαιτώντας την τιμωρία των ενόχων για την ασέβεια απέναντί του. Ο Δίας υποσχέθηκε να κατακεραυνώσει το καράβι μόλις ανοίξει πανιά. Πράγματι επτά μέρες αργότερα, όταν ο αέρας έπεσε και ανοίχτηκαν βιαστικά στο πέλαγος, ένας κεραυνός διέλυσε το καράβι και μία φοβερή θαλασσοταραχή εξαφάνισε όλους όσους είχαν ασεβήσει στον Ήλιο σφάζοντας τα ζώα του. Ο μόνος που επιβίωσε από την καταστροφή για να πει την επική του ιστορία είναι Οδυσσέας, που κρατήθηκε πάνω σε ένα κατάρτι του διαλυμένου πλοίου. Αυτός που δεν είχε πάρει μέρος στη σφαγή, ούτε θέλησε να γευτεί από το κρέας των αγελάδων.
Ο Όμηρος κάνει αναφορά στην ατομική ευθύνη, γιατί όλα είναι δικές μας επιλογές. Ο άνθρωπος έχει πλήρη επίγνωση των παραβιάσεων και των λαθών του, αλλά ελπίζει πάντα πως θα γλιτώσει.
Όταν η δική μας επιλογή μας οδηγεί στον πόνο, τότε η λύτρωση μας μπορεί να προκύψει από τη διαφοροποίηση των επιλογών μας. Ο άνθρωπος που έχασε την πίστη του, θυσίασε τα ιδανικά του για τις ορέξεις του έχει σκοτώσει μέσα του κάθε αξία και είναι ζωντανός νεκρός. Μετά το θάνατο της ύλης, χάνονται ψευδαισθήσεις και μένει μόνο το αιώνιο και αληθινό.