Οι εργαζόμενοι καταφεύγουν στο απλούστερο μέσο που έχουν για να διεκδικήσουν καλύτερη μεταχείριση: την άρνησή τους να εργαστούν σε συνθήκες που προσβάλλουν την αξιοπρέπειά τους.
Επανήλθε στο προσκήνιο η δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις να βρουν εργαζομένους για να καλύψουν τις ανάγκες τους. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα αφορούσε τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού στους κλάδους του τουρισμού και των κατασκευών. Επανήλθαν και οι συνηθισμένες εξηγήσεις που καταλήγουν στην έλλειψη δεξιοτήτων, στα προβλήματα του εκπαιδευτικού συστήματος, στο γεγονός ότι ένας αριθμός νέων έχει επιλέξει να μεταναστεύσει και στην κάπως αμήχανη διαπίστωση ότι σε αρκετές περιπτώσεις οι εργαζόμενοι, ιδίως οι νέοι, προτιμούν άλλες απασχολήσεις.
Αυτό που για άλλη μια φορά δεν συζητιέται είναι οι συνθήκες εργασίας που προσφέρονται. Σε μεγάλο βαθμό έχουμε να κάνουμε με θέσεις εργασίας επισφαλείς, εποχικές, με συγκεκριμένη διάρκεια, με μεγάλες απαιτήσεις γεωγραφικών μετακινήσεων.
Οι όποιες μικρές ονομαστικές αυξήσεις των αποδοχών δεν μπορούν να αναιρέσουν το γεγονός ότι πρόκειται για εργασίες κατά βάση κακοπληρωμένες εάν τις συγκρίνουμε με το σημερινό πραγματικό κόστος αξιοπρεπούς απασχόλησης, το οποίο μάλιστα αυξάνεται ραγδαία και με όρους γενικού πληθωρισμού και με όρους ειδικότερης εκτίναξης π.χ. του κόστους κατοικίας. Αντιμέτωποι με μια τέτοια συνθήκη δεν είναι παράλογο εργαζόμενοι να μην πάνε να εργαστούν, προτιμώντας να αναζητήσουν κάτι που να φαντάζει εάν όχι καλύτερα αμειβόμενο, τουλάχιστον λιγότερο επισφαλές και επιβαρυντικό.
Ολα αυτά είναι το αποτέλεσμα μιας μακράς περιόδου όπου η εργασία αντιμετωπίστηκε απλώς και μόνο ως κόστος εργασίας, όπου η ευελιξία, δηλαδή η ευκολία να απολύεται ένας εργαζόμενος, θεωρήθηκε κρίσιμη «μεταρρύθμιση» και όπου τα συλλογικά δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένης της αμφισβήτησης του «διευθυντικού δικαιώματος» δαιμονοποιήθηκαν με κάθε δυνατό τρόπο.
Ηταν ένα ιδιότυπο «δόγμα του σοκ» απέναντι στους εργαζομένους που φάνηκε να «αποδίδει καρπούς» με την εμπέδωση μιας ιδιαίτερα αρνητικής συνθήκης για την εργασία. Σήμερα, όμως, φαίνεται ότι ο άνεμος φυσάει σε διαφορετική κατεύθυνση και οι εργαζόμενοι καταφεύγουν στο απλούστερο μέσο που έχουν για να διεκδικήσουν καλύτερη μεταχείριση: την άρνησή τους να εργαστούν σε συνθήκες που προσβάλλουν την αξιοπρέπειά τους.