Αυτή είναι μια ερώτηση που πρώτη θα κληθεί να την απαντήσει η Γερμανία καθώς από τις 11 και μέχρι τις 21 Ιουλίου κλείνει η στρόφιγγα φυσικού αερίου του Nord Stream1 για να συντηρηθεί και να γίνουν οι απαραίτητες δοκιμές. Όμως ο φόβος ότι μπορεί η ρωσική πλευρά να χρησιμοποιήσει το τεχνικό πρόβλημα και να κρατήσει επ΄αόριστον κλειστή την ροή σε μια προσπάθεια να θέσει στο τραπέζι το ενεργειακό χαρτί, κάνουν την Ευρώπη να παραμιλάει και την Γερμανία ειδικά να αρρωσταίνει.
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η οποία εξελίχθηκε σε πόλεμο που πλέον μετρά σχεδόν πέντε μήνες – και προοπτική λήξης του δεν φαίνεται στον ορίζοντα- δεν κατέρριψε μόνο τα γεωπολιτικά δεδομένα, αλλά έδειξε ότι ο πόλεμος δεν είναι μόνο μια ιδεολογική αντιπαράθεση απέναντι στο ρωσικό αναθεωρητισμό, αλλά και μια ενεργειακή αντιπαράθεση.
Η Ευρώπη ήταν ήδη ”κουρασμένη” από την πανδημία και δεν είχε καταφέρει τα δυο προηγούμενα χρόνια να βρει εναλλακτικές λύσεις ώστε να μην εξαρτάται από το ρωσικό φυσικό αέριο. Η κρίση που δημιούργησαν στην οικονομία και την εφοδιαστική αλυσίδα τα lockdowns αλλά και η επιθυμία της – σε επίπεδο εμμονής και όχι σωστής οργάνωσης- να αναπτύξει την πράσινη ενέργεια, την έφεραν σε μειονεκτική θέση. Με τη Γερμανία να είναι ουσιαστικά πλήρως εξαρτημένη.
Η πρώην καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ σαφώς και γνώριζε τη συγκεκριμένη εξάρτηση. Εξάλλου η ίδια βρισκόταν στη καγκελαρία από το 2005 έως το 2021, παρακολουθώντας σε πρώτο πλάνο τη ρωσο-ουκρανική κρίση που είχε ξεσπάσει το 2014 και τις κινήσεις στην ευρωπαϊκή σκακιέρα. Η πρώην ανατολικογερμανίδα που αναρριχήθηκε στην αρχηγία του CDU προσαρτώμενη δίπλα στον Χέλμουτ Κολ, ο οποίος ουσιαστικά και την ανέδειξε, και ο σοσιαλδημοκράτης Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο οποίος έκανε δουλίτσες με τον Πούτιν – είχε τοποθετηθεί και στην ηγεσία του ρωσικού κολοσσού Rosneft- είναι οι υπεύθυνοι της απόλυτης προσάρτησης της Γερμανίας στο ρωσικό φυσικό αέριο.
Φυσικά και δεν ήταν οι μόνοι που έκαναν μπίζνες με το Ρώσο πρόεδρο, ο οποίος ακολουθούσε την πάγια τακτική του να στελεχώνει τις ρωσικές εταιρείες ενέργειας με πρώην πολιτικούς, γνωρίζοντας τη δυναμική που μπορεί να ασκήσει το χρώμα του χρήματος. Μάλιστα ακολουθώντας την ίδια τακτική, πριν μερικές εβδομάδες τοποθέτησε στην ηγεσία της Rosneft τον Ταγέμπ Μπελμαχντί από το Κατάρ ο οποίος είναι ειδικός σε θέματα διαχείρισης ενεργειακών πόρων και στέλεχος της Qatar Energy. Μια κίνηση που έρχεται ως απάντηση στο ταξίδι Μπάιντεν στη Σαουδική Αραβία αυτή την εβδομάδα, σε μια προσπάθεια να βρει λύσεις για την ενεργειακή κρίση του πλανήτη και ζητώντας από τους Σαουδάραβες να αυξήσουν την παραγωγή.
Καθώς λοιπόν ο χειμώνας μοιάζει απειλητικός το ερώτημα τίθεται και ζητάει απάντηση επιτακτικά: Αντέχει η Ευρώπη χωρίς το φυσικό αέριο; Αντέχει η Γερμανία χωρίς το φυσικό αέριο;
Η Γερμανία που στερείται και υποδομές LNG. Η Γερμανία που είναι η χώρα που φιλοξενεί περισσότερες από 500 φαρμακευτικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων μεγάλων εταιρειών όπως η Bayer, η Boehringer Ingelheim και η Merck. Η Γερμανία που χρειάζεται επειγόντως το φυσικό αέριο για να μπορεί να συνεχίσει την παραγωγή της βιομηχανίας της και να μη δει τους δείκτες της οικονομίας να πέφτουν.
Και από την άλλη, υπάρχει και η αντίθετη όψη του ερωτήματος. Αντέχει η Ρωσία χωρίς να παρέχει το αέριο στην Ευρώπη;
Πολλοί θα απαντήσουν ότι υπάρχει η εναλλακτική λύση της Κίνας. Η Κίνα καταναλώνει περίπου 1,5 εκατομμύριο bpd ρωσικού πετρελαίου, ή το ένα πέμπτο των συνολικών εξαγωγών της Μόσχας, που αποστέλλονται τόσο μέσω αγωγών όσο και μέσω λιμανιών. Ήδη οι δυο χώρες από την έναρξη των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων στο Πεκίνο, τον Φεβρουάριο- και πριν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία- είχαν υπογράψει συμβόλαιο 30ετούς διάρκειας για την προμήθεια φυσικού αερίου στην Κίνα μέσω ενός νέου αγωγού.
Η ρωσική πλευρά κάνει ό,τι μπορεί ώστε να εκτοξεύσει τις παραδόσεις φυσικού αερίου προς άλλους προορισμούς και κυρίως προς την Κίνα του Σι Τζινπίνγκ, η οποία παράγει φθηνά προϊόντα με ταχύτατους ρυθμούς. Το ερώτημα βέβαια είναι πού θα διατεθούν όλα αυτά τα προϊόντα και πόσο θα συνεχίζεται η ένταση της παραγωγής, αν για κάποιο λόγο η οικονομική κρίση ή τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα που δεν έχει αποκατασταθεί πλήρως, εμποδίζουν τη Δύση να καταναλώνει προϊόντα από την Κίνα.
Διότι και η Ρωσία δεν περίμενε πως η εισβολή στην Ουκρανία θα έφτανε σε βάθος πέντε μηνών, θυμίζοντας τον Χειμερινό Πόλεμο του 1939, όταν η ΕΣΣΔ είχε εισβάλλει στην Φινλανδία. Καθώς λοιπόν ο χρόνος του πολέμου αυξάνει, το κλείσιμο της στρόφιγγας της ενέργειας αποτελεί ένα επιπλέον όπλο στη φαρέτρα του Πούτιν αρκεί να είναι η Ευρώπη αυτή που θα υποχωρήσει πρώτη υπό το φόβο όσων θα φέρει ο χειμώνας. Και ο Πούτιν ποντάρει σ΄αυτό το φόβο, διότι είναι η κατάλληλη χρονική στιγμή ώστε να μη χρειαστεί να αποδείξει η Ρωσία αν αντέχει χωρίς να διαθέτει στην Ευρώπη το φυσικό της αέριο.