Οι ανασχηματισμοί των κυβερνήσεων γίνονται κυρίως για τρεις λόγους. Πρώτον, όταν μια κυβέρνηση έχει φτάσει σε ένα είδος αδιεξόδου και ο πρωθυπουργός θέλει να δώσει την αίσθηση της «επανεκκίνησης». Δεύτερον, όταν πρέπει να γίνουν «διευθετήσεις» στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος με την ανακατανομή των θέσεων που υπάρχουν. Και, τρίτον, όταν ο πρωθυπουργός θέλει να «τιμωρήσει» αποτυχόντες υπουργούς.
O ανασχηματισμός της κυβέρνησης Μητσοτάκη έχει προαναγγελθεί, αλλά δεν γνωρίζουμε ακόμα ποιον από τους προαναφερθέντες στόχους θα εξυπηρετήσει. Η αντιπολιτευτική λογική (είναι εύλογο να) εστιάζει στην πιθανολογούμενη αποπομπή ή μετακίνηση προσώπων, τα οποία έχουν μπει στο στόχαστρο της κριτικής είτε από την αρχή της θητείας τους είτε εσχάτως, με αφορμή τις πυρκαγιές. Όμως, είναι αμφίβολο αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα αποφασίσει με βάση αυτό το κριτήριο.
Αν το κάνει, για παράδειγμα μετά τις καταστροφές από τις πυρκαγιές, θα πρέπει να εκδιώξει τους συναρμόδιους υπουργούς (Χρυσοχοίδης, Χαρδαλιάς) και την ηγεσία του Πυροσβεστικού Σώματος. Οσες δικαιολογίες κι αν εφευρεθούν, η (αντικειμενική) πολιτική ευθύνη των πολιτικών προσώπων είναι δεδομένη, ενώ η επιχειρησιακή ευθύνη των άλλων αδιαμφισβήτητη. Και κανέναν «ακραίο» καιρικό φαινόμενο δεν μπορεί να την εξαλείψει.
Όμως, ο κ. Μητσοτάκης έχει αποφύγει μέχρι τώρα να παραδεχθεί ευθέως ευθύνες υπουργών του(για «τυχόν αστοχίες» και «όποιες αδυναμίες» μίλησε στη συνέντευξη Τύπου), γεγονός που φανερώνει ότι, μέχρι τώρα, του είναι δύσκολο να προσωποποιήσει τις ευθύνες. Και στην περίπτωση του Μιχάλη Χρυσοχοίδη ακόμα δυσκολότερο. Δεν γίνεται να τον θυσιάσει σαν Ιφιγένεια, όπως θα ήθελαν άσπονδοι φίλοι μέσα στην κυβέρνηση ή και στο Μέγαδο Μαξίμου.
Αλλωστε στη «μεταγραφή» του Χρυσοχοίδη από τον κεντροαριστερό χώρο στη ΝΔ έχει στηρίξει μεγάλο μέρος του «αφηγήματος» για την «κεντροδεξιά» ΝΔ, την οποία ένα κομμάτι των αποκαλούμενων (σφόδρα αντιΣΥΡΙΖΑ) «ακροκεντρώων» βοήθησε να φτάσει στο σχεδόν 40% και στην αυτοδυναμία. Θα είναι, λοιπόν, πολύ δύσκολο να δικαιολογήσει σε αυτό το κομμάτι του εκλογικού σώματος τη μέθοδο της στυμμένης λεμονόκοπουπας, αν αυτή επιλέξει για τον Χρυσοχοίδη. Πόσο μάλλον που ο συγκεκριμένος υπουργός επαινέθηκε επανειλημμένα για επιλογές που η ΝΔ είχε προεκλογικά κάνει σημαία της(«εκκαθάριση» Εξαρχείων και καταλήψεων, Αστυνομία στα Πανεπιστήμια κ.α).Βεβαίως, αυτά ήταν τρόπον τινά η «βιτρίνα», καθώς δεν τα πήγε καθόλου καλά στο κοινό έγκλημα, αλλά κι αυτό είναι δύσκολο να το παραδεχθεί ο πρωθυπουργός.
Δεν είναι, όμως, μόνο η περίπτωση Χρυσοχοίδη. Παρά τους αρχικούς κομπασμούς, η κατάσταση στην πανδημία έχει ξεφύγει και όσοι την χειρίστηκαν μέχρι τώρα δεν παρέχουν κανένα εχέγγυο ότι το φθινόπωρο και ο χειμώνας δεν θα είναι χειρότερα από πέρσι. Η κριτική της αντιπολίτευσης για τους εμβολιασμούς είναι βάσιμη και την αποδέχονται ακόμα και στελέχη της της ΝΔ, όπως ο ευρωβουλευτής Γ.Κύρτσος, ο οποίος επισήμανε ότι η Ελλάδα βρίσσκεται στην τέταερτη χειρότερη θέση σε θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους από τις 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Ομως, πώς ο πρωθυπουργός θα αντικαταστήσει την ηγεσία του υπουργείου Υγείας, όταν ό ίδιος μέχρι τώρα της έχει αποδώσει τα εύσημα; Το ίδιο μπορεί να ισχύει με τους υπουργούς Παιδείας και Εργασίας. Η κυρία Κεραμέως και ο κ.Χατζηδάκης υποστηρίχθηκαν αφειδώς για τις «μεταρρυθμίσεις» που εισήγαγαν και τυχόν απομάκρυνση ή αντικατάστασή τους θα δικαιώσει την κριτική της αντιπολίτευσης.
Με δεδομένη και τη δυστοκία για αλλαγές στα οικονομικά υπουργεία και στο Εξωτερικών, ο αναμενόμενος ανασχηματισμός μπορεί να αποτελεί δύσκολο σταυρόλεξο για τον κ. Μητσοτάκη. Ετσι, το πιθανότερο είναι να καταφύγει σε μερεμέτια, ώστε να ικανοποιήσει όλες τα κομματικές πτέρυγες. Αλλά τότε το πιθανότερο είναι να καταλήξει σ’ αυτό που λέει η λαϊκή παροιμία: « Ωδινεν όρος και έτεκε μυν..