Χάρτινος πύργος 20 ετών που κατέρρευσε σε λίγα 24ωρα, στρατηγική ήττα και επιλογή, παγκόσμια αμηχανία για νέα προσφυγική κρίση, αλλά και ανησυχία για ενθάρρυνση του τζιχαντιστικού κινήματος. Συνέντευξη με τον καθηγητή Σωτήρη Ρούσσο.
Η ανακατάληψη του Αφγανιστάν από τους Ταλιμπάν, εκτός από το “κύκνειο άσμα” στον μακροβιότερο πόλεμο της ιστορίας των Ηνωμένων Πολιτειών 20 χρόνια μετά την έναρξή του, μαζί με την κατάρρευση της αφγανικής κυβέρνησης, σήμανε και την κατάρρευση μίας επίπλαστης πραγματικότητας. Της εικόνας μίας δημοκρατικής διακυβέρνησης δυτικού τύπου, οχυρωμένης με την φαινομενικά ισχυρή ασφάλεια των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων.
Τεράστιες δαπάνες, μαζί και η εμφατική παρουσία εκατοντάδων χιλιάδων στρατιωτών σε διάρκεια δύο δεκαετιών, συνέθεσαν έναν πύργο, που μέσα σε μερικά 24ωρα αποδείχτηκε χάρτινος, “σημαδεμένος” και καταδικασμένος να γκρεμιστεί σαν τραπουλόχαρτο.
Η αποτυχία των αμερικανικών και συμμαχικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν να αποδυναμώσουν και εν τέλει να εξολοθρεύσουν σε βάθος δύο δεκαετιών τους Ταλιμπάν, συνιστά ήττα που σηματοδότησε και την απόσυρσή τους από τη χώρα, με ρυθμούς που άγγιξαν αυτούς της προέλασης των ανταρτών.
Πώς, όμως, φτάσαμε στη στρατηγική πανωλεθρία των Αμερικανών και τι κρύβεται πίσω από την επιλογή της μαζικής αποχώρησής τους; Πώς κατάφεραν οι Ταλιμπάν να επιβιώσουν, να ανασυνταχθούν και να καταλάβουν το Αφγανιστάν δια… περιπάτου, σε μία άνευ όρων παράδοση στρατού και κυβέρνησης;
O Σωτήρης Ρούσσος, Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και υπεύθυνος του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών δίνει τις απαντήσεις στο NEWS 24/7, αναλύοντας τη νέα τάξη πραγμάτων στον ισλαμικό κόσμο με την επιστροφή ενός σκοταδιστικού καθεστώτος που, με την επαναφορά του νόμου της Σάρια, εκτός από αβεβαιότητα για το μέλλον χιλιάδων Αφγανών και αμηχανία για μία νέα προσφυγική κρίση, προκαλεί έντονη ανησυχία και για νέα εξάπλωση και δράση εξτρεμιστικών οργανώσεων.
Η αστραπιαία προέλαση των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν μοιάζει να προκάλεσε τον αιφνιδιασμό αρκετών. Από την πλευρά σας, παρακολουθώντας το τελευταίο διάστημα την απόσυρση των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων από τη χώρα, βλέπατε αυτή την εξέλιξη ως κάτι, μάλλον αναμενόμενο;
“Θα έλεγα πως ναι, δεν αιφνιδιάστηκα καθόλου από την προέλαση των Ταλιμπάν μετά την αποχώρηση των Αμερικανικών στρατευμάτων. Όσο τα αμερικανικά στρατεύματα βρίσκονταν και επιχειρούσαν στο Αφγανιστάν, δεν υπήρχε βεβαίως δυνατότητα στρατιωτικής νίκης των Ταλιμπάν. Κάθε αντάρτικο δεν κρίνεται τόσο από το αν θα νικήσει στον ανταρτοπόλεμο που κάνει, αλλά κατά πόσο δεν θα ηττηθεί, δεν θα εξαφανιστεί, δεν θα εξουδετερωθεί πλήρως από τους αντιπάλους του. Κι αυτό οι Ταλιμπάν το πέτυχαν. Δηλαδή κατάφεραν να μην εξουδετερωθούν από τους Αμερικανούς. Δεν μπορούν να τους νικήσουν, αλλά ούτε και οι Αμερικανοί κατάφεραν να τους εξουδετερώσουν πλήρως, με αποτέλεσμα να κρατούν κάποιες περιοχές και από εκεί να εξαπολύουν τις επιθέσεις τους.
Άρα, λοιπόν, μετά την αποχώρηση των Αμερικανών δεν υπήρχε τίποτα για να συγκρατήσει τους Ταλιμπάν. Και λέω τίποτα, γιατί στη Δύση, με ευθύνη των πανεπιστημιακών και των δημοσιογράφων, δόθηκε η εντύπωση ότι έχει δομηθεί ένα κράτος το οποίο λειτουργεί, ένας στρατός που έχει εκπαιδευτεί, με 300.000 εκπαιδευμένους στρατιώτες. Αυτά όλα ήταν χολιγουντιανό σκηνικό.
Ουσιαστικά αυτό το κράτος ήταν χάρτινο. Ο στρατός, ναι μεν είχε όλα τα χαρακτηριστικά ενός στρατού, με όπλα και στολές, αλλά ούτε ηθικό είχε, ούτε αφοσίωση στην κυβέρνηση. Αυτό κατέρρευσε αμέσως μπροστά στους Ταλιμπάν. Η προέλασή τους συνεπώς δεν είναι κάτι που πρέπει να μας ξαφνιάζει”.
Ποια ήταν, λοιπόν, η πραγματική εικόνα στο Αφγανιστάν τα τελευταία χρόνια;
“Οι ελίτ οι οποίες διοικούσαν τη χώρα, δεν είχαν καμία κοινωνική βάση και καμία σύνδεση με σημαντικά τμήματα του πληθυσμού και υπήρχαν και συμμαχίες των Αμερικανών με διάφορους φυλάρχους, τεράστιους γαιοκτήμονες και με πολέμαρχους οι οποίοι ήταν και ναρκέμποροι την ίδια στιγμή -δηλαδή έλεγχαν ένα μεγάλο μέρος της παραγωγής οπίου- αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είχαν σχέση με τον πληθυσμό. Απεναντίας, οι Ταλιμπάν, παρά το γεγονός ότι δεν εκφράζουν σε καμία περίπτωση την πλειονότητα του πληθυσμού του Αφγανιστάν, είχαν μία στενή σχέση με μεγάλα τμήματα της εθνοθρησκευτικής ομάδας των Παστούν και βεβαίως είχαν «γείωση» σε συγκεκριμένες περιοχές και στρώματα.
Άρα, από τη μία έχουμε μία κυβέρνηση και ένα κράτος που έχει δομηθεί αποκλειστικά πάνω στην υποστήριξη και στη βάση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας και από την άλλη έχουμε ένα λαϊκό κίνημα που, μπορεί να μην μας αρέσει, μπορεί να είναι βάρβαρο, μπορεί να έχει εξτρεμιστικές απόψεις, άλλα είναι ένα λαϊκό κίνημα το οποίο πολεμούσε και κατάφερε να επιβιώσει επί 20 χρόνια. Αυτό το βοήθησε επίσης να αποκτήσει σιγά-σιγά και ερείσματα στο εξωτερικό και στις διάφορες μοναρχίες του Περσικού Κόλπου (Κατάρ, Σαουδηική Αραβία), αλλά και να αναπτύξει ξανά τις σχέσεις του με το Πακιστάν.
Ποιος ήταν ο ρόλος του Πακιστάν στο πλευρό των Ταλιμπάν; Η χρηματοδότησή τους;
“Το Πακιστάν εκείνο που ουσιαστικά τους προσέφερε, ή αν θέλετε εκείνο που με την ανοχή του Πακιστάν υπήρχε, ήταν η δυνατότητά τους να έχουν ασφαλή καταφύγια όταν βρίσκονταν σε δύσκολη θέση από τις αμερικανικές επιθέσεις. Με λίγα λόγια, μπορούσαν να περνούν από το Πακιστάν και να έχουν εκεί ασφαλείς βάσεις από τις οποίες μπορούσαν να επανακάμπτουν στο Αφγανιστάν”.
Επιλογή μετά από ήττα
Ας μείνουμε λίγο στη θέση και τον ρόλο της Αμερικής. Όλη αυτή η εξέλιξη συνιστά στρατηγική ήττα ή στρατηγική επιλογή για τις ΗΠΑ;
“Είναι επιλογή μετά από ήττα. Τι εννοώ: Οι Αμερικανοί έβλεπαν ότι μόνο η συνεχής στρατιωτική τους παρουσία θα μπορούσε να εγγυάται την μακροημέρευση του καθεστώτος που υπήρχε μέχρι πριν από λίγες ώρες στο Αφγανιστάν και που μάλιστα δεν ήλεγχε και όλη τη χώρα. Δεν μπορούσε να προστατέψει το ίδιο δηλαδή την Καμπούλ με την Κανταχάρ. Το κράτος, λοιπόν, δεν λειτουργούσε χωρίς τη στρατιωτική παρουσία των Αμερικανών, οι οποίοι κατάλαβαν ότι αυτό θα διαρκούσε για πάντα. Αποφάσισαν ότι δεν υπάρχει λόγος να κάθονται εκεί για πάντα, γιατί δεν υπήρχε πια η Αλ Κάιντα ούτε ήταν δυνατό να ξαναδημιουργηθεί μία οργάνωση τύπου Αλ Κάιντα καθώς το τζιχαντιστικό κίνημα έχει πάρει άλλες μορφές ιδιαίτερα μετά το ισλαμικό κράτος.
Από την άλλη, είναι μία ήττα γιατί δεν κατάφεραν να εξουδετερώσουν τους Ταλιμπάν, αλλά ούτε και να δημιουργήσουν αυτό που έλεγαν ότι θέλουν να δημιουργήσουν ένα νέο κράτος στο Αφγανιστάν, σύγχρονο και δημοκρατικό. Αυτό δεν έγινε ποτέ. Άρα, λοιπόν, η στρατηγική της εξαγωγής της δημοκρατίας, του φιλελεύθερου μοντέλου, του δυτικού μοντέλου που, στην περίπτωση του Αφγανιστάν αλλά και σε άλλες περιπτώσεις, όπως του Ιράκ, ήταν και το βασικό στοιχείο της αμερικανικής στρατηγικής από την περίοδο του Κλίντον, φαίνεται ότι απέτυχε. Μέσα από την αποτυχία αυτή, είχαν δύο επιλογές: Ή να μείνουν στο Αφγανιστάν και να καθίσουν εκεί για πάντα, ή να βρουν ένα τρόπο να κάνουν μία συμφωνία με τους Ταλιμπάν και να αποχωρήσουν. Είναι γνωστό ότι ο Τραμπ είχε φτάσει σε συμφωνία με τους Ταλιμπάν. Αυτό το ξεχνούν πολλοί. Ο Μπάιντεν τώρα, απλά ακολουθεί μία πολιτική του Τραμπ που είχε φτάσει σε συμφωνία με τους Ταλιμπάν.
Είναι μία ήττα της στρατηγικής της εξαγωγής του δυτικού μοντέλο και της προσπάθειας να επιβάλει αυτό το μοντέλο σε ολόκληρο τον κόσμο, αλλά αφού αυτό δεν μπόρεσε να το πετύχει και υπέστη αυτή την ήττα, έκανε την επιλογή να φύγει και να μην μείνει εκεί στο διηνεκές”.
Θεωρείτε ότι είναι και μία σοβαρή ένδειξη ότι η Αμερική έχει πάψει προ πολλού να αποτελεί μία μονοπολική υπερδύναμη;
“Το διεθνές σύστημα δεν είναι μονοπολικό, δηλαδή δεν υπάρχει μία μεγάλη υπερδύναμη η οποία επιβάλλει τις απόψεις της, έχουμε φύγει από εκείνη την περίοδο, από το 1990 μέχρι τις αρχές του 2000. Εκείνη η δεκαπενταετία όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούσαν να κάνουν ότι θέλουν φαίνεται ότι έχει ξεπεραστεί. Εκείνο, όμως, που είναι πιο σημαντικό είναι το εξής: Ότι πλέον, για ολόκληρο τον κόσμο υπάρχουν πολλά μοντέλα διακυβέρνησης, όχι μόνο των χωρών αλλά και των σχέσεων μεταξύ των κρατών. Δηλαδή αυτό που προσπάθησαν οι αμερικανικές κυβερνήσεις να επιβάλουν είναι ένα σύστημα παγκόσμιας διακυβέρνησης, το δυτικό, το οποίο αυτή τη στιγμή δεν ισχύει. Αναπτύσσονται πολλαπλά συστήματα. Το δυτικό παραμένει το πιο ισχυρό αλλά δεν είναι το μοναδικό. Έχουμε την άποψη των Κινέζων για το πώς θα πρέπει να είναι οι διακρατικές σχέσεις, έχουμε ισλαμικές απόψεις, έχουμε τη ρωσική αντίληψη κλπ”.
Οι Αμερικανοί και οι σύμμαχοί τους ευθύνονται για το χάος, τους υπόσχονταν βίζες
Είδαμε σκηνές χάους στο αεροδρόμιο της Καμπούλ με χιλιάδες Αφγανούς να προσπαθούν αγωνιωδώς να διαφύγουν. Όλα αυτά χωρίς να γίνει, ακόμη έστω, χρήση βίας από τους Ταλιμπάν. Τι σημαίνει, όμως, διαφυγή για έναν Αφγανό πολίτη αυτή τη στιγμή και τι επιφυλάσσει η επόμενο μέρα για όσους μένουν πίσω;
“Για το χάος ευθύνονται οι Αμερικανοί και οι σύμμαχοί τους. Υπάρχουν χιλιάδες Αφγανοί που, είτε για να βγάλουν τα προς το ζην είτε γιατί το πίστευαν, έχουν συνεργαστεί με τις συμμαχικές δυνάμεις, ακόμη και τις ελληνικές δυνάμεις που βρίσκονταν εκεί. Σε αυτούς τους ανθρώπους είχαν δοθεί οι διαβεβαιώσεις ότι αν πάνε τα πράγματα στραβά, δηλαδή αν έρθουν οι Ταλιμπάν, θα τους δώσουν μία είσοδο στη Δύση. Μπορεί να μας φαίνονται πολλοί αυτοί οι άνθρωποι, αλλά ο συνολικός αριθμός δεν ξεπερνά τις 200-300 χιλιάδες. Αν σκεφτούμε ότι οι χώρες που συμμετείχαν σε αυτό και είχαν τέτοιους ανθρώπους στην υπηρεσία τους είναι πάνω από 60, αντιλαμβάνεστε ότι ο αριθμός, αν κατανεμηθεί αναλογικά, δεν είναι και τόσο μεγάλος. Δηλαδή το να πάρει 50.000 ανθρώπους η Αμερική και να τους δώσει βίζα δεν είναι και κανένα τρομερό πράγμα.
Υπήρχαν χιλιάδες Αφγανοί στη χώρα, οι οποίοι συνεργάστηκαν με τους Αμερικανούς. Αυτοί φοβούνται για τη ζωή τους. Είναι προφανές. Δεν είναι απλά ότι φοβούνται να ζήσουν την εξαιρετικά σκληρή και βάρβαρη διακυβέρνηση των Ταλιμπάν. Φοβούνται για την ίδια τους τη ζωή και των οικογενειών τους, ακριβώς επειδή έχουν συνεργαστεί και ήταν στην υπηρεσία των αμερικανικών και των άλλων δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής. Περί αυτού πρόκειται. Καλά κάνουν και θέλουν να φύγουν γιατί είχαν και διαβεβαιώσεις από τους νατοϊκούς συμμάχους ότι αν «δεν πάνε καλά τα πράγματα μην ανησυχείτε, θα σας πάρουμε μαζί μας»”.
Η άνευ όρων παράδοση και φυγή του πρώην πια προέδρου, Ασράφ Γκάνι ήταν αναπόφευκτη; Μπορούσε να κάνει κάτι διαφορετικό;
“Θα μπορούσε να μείνει και αν υποστηρίξει την κυβέρνησή του και να προσπαθήσει να κάνει κάτι για τους πολίτες του. Όχι να διαφύγει πριν οι Ταλιμπάν φτάσουν στα προάστια της Καμπούλ. Το πιο αξιοπρεπές για κάποιον ηγέτη είναι να πέσει μαχόμενος. Κανένας πραγματικός παρατηρητής του Αφγανιστάν, όμως, δεν θα περίμενε μια διαφορετική συμπεριφορά από αυτή την ελίτ που κυβερνούσε τη χώρα τα τελευταία χρόνια. Ήταν τόσο βουτηγμένοι στη διαφθορά και τόσο αποκομμένοι από τα πραγματικά προβλήματα που κανείς δεν μπορούσε να περιμένει κάτι καλύτερο”.
Θεωρείτε ότι το γεγονός αλλά και ο τρόπος με τον οποίο κατάφεραν οι Ταλιμπάν να καταλάβουν το Αφγανιστάν θα ενθαρρύνει και άλλες εξτρεμιστικές οργανώσεις;
“Προφανώς και ιδιαίτερα τις ισλαμικές. Αυτή η νίκη θα αυξήσει το γόητρο και την απήχηση ισλαμιστικών οργανώσεων σε όλο τον κόσμο, είτε ένοπλων είτε μη ένοπλων. Είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο. Βεβαίως, θα εξαρτηθεί και από την επιτυχία που θα έχει η διακυβέρνηση των Ταλιμπάν. Μέχρι τώρα έχουμε δει την κατάκτηση της εξουσίας, όχι την άσκηση της εξουσίας”.
Παρατηρούμε από τις πρώτες ώρες όπου διαμορφώθηκαν τα νέα δεδομένα στο Αφγανιστάν, μία γενικότερη αμηχανία για μία νέα ενδεχόμενη προσφυγική κρίση. Πώς πιστεύετε ότι θα επηρεάσει μία τέτοια εξέλιξη την Ελλάδα;
“Στην αρχή, την προσφυγική πίεση θα τη δεχτεί το Ιράν και κάποιες χώρες της κεντρικής Ασίας. Θα δεχτούν μεγάλες πιέσεις. Επειδή το Ιράν έχει ήδη πολλά εκατομμύρια πρόσφυγες και από το Αφγανιστάν, αλλά όχι μόνο, είναι πιθανό ένα δευτερογενές κύμα προσφύγων να περάσει στην Τουρκία και από εκεί να προσπαθήσει να περάσει στην Ελλάδα.
Δεν ξέρω ποιο ποσοστό θα το προσπαθήσει, έχω όμως την αίσθηση ότι θα έχουμε αύξηση του προσφυγικού προς την Ευρώπη, όχι ίσως άμεσα, αλλά σε κάποιους μήνες από τώρα. Αυτό δεν θα γίνει αύριο, πρώτα θα περάσουν στις πιο κοντινές χώρες, έπειτα στην Τουρκία και μετά στην Ευρώπη, άρα η Ευρώπη έχει χρόνο να προετοιμαστεί για αυτό και να μην πιαστεί πάλι εξαπίνης”.
Η δεύτερη γενιά ανταρτών και το σκοτεινό-σκοταδιστικό αύριο
Τι πρέπει να περιμένουμε όσον αφορά στην άσκηση της εξουσίας; Με απλά λόγια, τι ακολουθεί;
“Η πρώτη τους δήλωση ήταν ότι δεν θα επιτρέψουν σε κανέναν να χρησιμοποιήσει το έδαφος του Αφγανιστάν για να πλήξει άλλη χώρα. Αυτό νομίζω είναι ένα πάρα πολύ βασικό στοιχείο. Δηλαδή τι λένε; Ότι δηλαδή “εμείς θα κυβερνήσουμε τη χώρα μας ότι αντιλαμβανόμαστε ότι πρέπει να κυβερνηθεί, σύμφωνα με τον ισλαμικό νόμο, αλλά δεν πρόκειται να επιτρέψουμε να αναπτυχθούν φαινόμενα τύπου Αλ Κάιντα να αναπτυχθούν στο εσωτερικό της χώρας. Ξέρουν ότι αυτό θα είναι και το βασικό κριτήριο για την επιβίωση του καθεστώτος τους όσον αφορά στις μεγάλες δυνάμεις.
Αναφορικά με το εσωτερικό της χώρας από την άλλη, πρέπει να αντιληφθούμε ότι η γενιά που βρίσκεται στην αρχηγεία των Ταλιμπάν, δεν είναι η πρώτη γενιά. Είναι μία δεύτερη γενιά, 35-45 ετών, εκτός από τον θρησκευτικό ηγέτη τους που είναι γύρα στα 60, και δεν έχουν την εμπειρία της προηγούμενης διακυβέρνησης των Ταλιμπάν. Είναι μία γενιά που ανδρώθηκε πολιτικά και στρατιωτικά μέσα από τον ανταρτοπόλεμο. Οπότε δεν έχουμε εικόνα για το ποιες είναι οι απόψεις τους, πιθανόν να έχουμε μία πιο λάιτ εκδοχή του ταλιμπανικού καθεστώτος που είχαμε πριν την αμερικανική επέμβαση.
Δεν καταλαβαίνω γιατί αυτό μας ξενίζει. Εδώ έχουμε μία τεράστια οικονομική δύναμη περιφερειακού χαρακτήρα στη Σαουδική Αραβία που ακολουθεί περίπου την ίδια πολιτική με τους Ταλιμπάν. Δεν συμφωνώ προφανώς με τις απόψεις τους, αλλά στην παγκόσμια σκηνή έχουμε και άλλη δύναμη που είναι έτσι, ωστόσο δεν μιλάει κανείς γι’ αυτό. Κι όχι μόνο δεν μιλάει κανείς, αλλά προσφάτως ο αρχηγός των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων είπε ότι μοιραζόμαστε και κοινές αξίες με τη Σαουδική Αραβία”.
Ωστόσο, εγείρονται σοβαρές ανησυχίες για τη διαβίωση των γυναικών την επόμενη κιόλας ημέρα από την επιβολή του ακραίου τζιχαντιστικού καθεστώς…
“Στην ύπαιθρο του Αφγανιστάν ούτως ή άλλως δεν είχαν αλλάξει πολλά πράγματα. Εμείς βλέπαμε ορισμένα μεγάλα αστικά κέντρα όπως η Καμπούλ και η Μαζάρ-ι-Σαρίφ. Στην ύπαιθρο δεν είχαν αλλάξει πολλά πράγματα όσον αφορά στην μπούργκα, ούτε στη συμπεριφορά των γυναικών. Μην έχουμε την αντίληψη, λοιπόν, ότι είχαμε ένα Αφγανιστάν στο οποίο οι γυναίκες ήταν παντού και πρωτοπορούσαν, ενώ τώρα θα έχουμε μία μαύρη μέρα για τις γυναίκες. Προφανέστατα θα είναι πιο καταπιεστικό, αλλά για παράδειγμα έχουμε κάποιες περιοχές όπου τα σχολεία δεν έκλεισαν και οι γυναίκες συνεχίζουν να πηγαίνουν. Νομίζω ότι αν δεν δούμε τους Ταλιμπάν σε μία κεντρική κυβέρνηση όπου θα παίρνει αποφάσεις, δεν μπορούμε να ξέρουμε με ακρίβεια τι θα γίνει. Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε μία κατάσταση όπου δεν μπορούμε ακόμη να εκτιμήσουμε πώς θα κυβερνήσουν.
Μην ξεχνάτε ότι η διακυβέρνηση δεν θα είναι ρόδινη. Ναι μεν κατέρρευσε το αφγανικό κράτος που είχαν φτιάξει οι Αμερικανοί, αλλά θα υπάρξουν περιοχές όπου θα είναι δύσκολο να τις καθυποτάξουν οι Ταλιμπάν και θα έχουμε μία συνέχεια μικρών συγκρούσεων χαμηλής έντασης για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα ακόμα”.